Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2007

ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΝΟΜΟΣ 1264/1982
Για τον εκδημοκρατισμό του Συνδικαλιστικού Κινήματος και τηνκατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ
Άρθρο 1Αντικείμενο
1. Με την επιφύλαξη της ισχύος των Διεθνών Συμβάσεων Εργασίαςπου έχουν κυρωθεί, ο νόμος αυτός κατοχυρώνει τα συνδικαλιστικά δικαιώματα τωνεργαζομένων και ρυθμίζει την ίδρυση, οργάνωση, λειτουργία και δράση τωνσυνδικαλιστικών οργανώσεών τους. Για την εφαρμογή αυτού του νόμουεργαζόμενοι είναι όσοι απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίαςιδιωτικού δικαίου (μισθωτοί), στους οποίους περιλαμβάνονται και οιεργαζόμενοι στο δημόσιο ή ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ. Ειδικά για τις οργανώσεις του νόμου αυτού οι διατάξεις του Α.Κ. και τουΕισ.Ν.Α.Κ. ισχύουν όπως τροποποιούνται ή συμπληρώνονται με αυτόν. 2. Δεν εφαρμόζεται ο νόμος αυτός: α) Για τις δημοσιογραφικές οργανώσεις, εκτός από τις διατάξεις τωνάρθρ. 12, 14, 15, 19, 20 με εξαίρεση το εδαφ. γ' της παρ. 1, 21, 22, 23και 26. β) Για τις ναυτεργατικές οργανώσεις. Γι' αυτές μέχρις ότου ψηφιστεί καιδημοσιευθεί ειδικός νόμος, θα εξακολουθήσει να εφαρμόζεται το ισχύονσήμερα νομικό καθεστώς. Δεν υπάγονται στις διατάξεις του νόμου αυτού επαγγελματικές οργανώσειςπου συνιστώνται με νόμο ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. 3. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις διακρίνονται σε πρωτοβάθμιες,δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες. α)Πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι: αα)τα σωματεία, ββ) τα τοπικά παραρτήματα συνδικαλιστικών οργανώσεωνευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης, που προβλέπονται από τακαταστατικά τους και μόνο για το δικαίωμα να γίνουν μέλη τουαντίστοιχου εργατικού κέντρου. γγ) Οι ενώσεις προσώπων, μία για κάθε εκμετάλλευση, επιχείρηση, δημόσιαυπηρεσία, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ, που συνιστούν δέκα (10) τουλάχιστον εργαζόμενοι μειδρυτική πράξη την οποία καταθέτουν στο γραμματέα του αρμόδιουΕιρηνοδικείου και κοινοποιούν στον εργοδότη, εφόσον ο συνολικός αριθμόςτων εργαζομένων δεν υπερβαίνει τους σαράντα (40) και δεν υπάρχεισωματείο με τους μισούς τουλάχιστον ως μέλη του. Εάν, μετά την τυχόνσύσταση της ένωσης προσώπων, πάψει να συντρέχει μία από τις πιο πάνωπροϋποθέσεις, η ένωση προσώπων διαλύεται, χωρίς άλλη διατύπωση. Ηιδρυτική πράξη της ένωσης προσώπων πρέπει να αναφέρει απαραίτητα τοσκοπό της, δύο εκπροσώπους της και τη διάρκειά της που δεν υπερβαίνειτο εξάμηνο. Για τις ενώσεις προσώπων εκτός από το άρθρ. 20 παρ. 1 εδαφ. γ'εφαρμόζονται ανάλογα και οι διατάξεις για τα σωματεία των άρθρ. 3 παρ.1α, 7 παρ. 1, 5, 6, 7 και 8 του νόμου αυτού.Για την εκλογή των εκπροσώπων της ένωσης προσώπων επιμελείται εφορευτική επιτροπή. β) Δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι οι Ομοσπονδίες καιτα Εργατικά Κέντρα. Οι Ομοσπονδίες είναι ενώσεις δύο (2) τουλάχιστονσωματείων του ίδιου ή συναφών κλάδων οικονομικής δραστηριότητας ή τουίδιου ή συναφών επαγγελμάτων. Τα Εργατικά Κέντρα είναι ενώσεις δύο (2) τουλάχιστον σωματείων καιτοπικών παραρτημάτων που έχουν την έδρα τους μέσα στην περιφέρεια τουαντίστοιχου Εργατικού Κέντρου ανεξάρτητα από τον τόπο απασχόλησης τωνμελών τους. γ) Τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις (συνομοσπονδίες) είναιενώσεις Ομοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων.

Άρθρο 2Καταχώριση συνδικαλιστικών οργανώσεων.
1. Σε κάθε Πρωτοδικείο τηρείται ειδικό βιβλίο συνδικαλιστικώνοργανώσεων στο οποίο καταχωρίζονται στα στοιχεία του άρθρ. 81 Α.Κ., οαριθμός της δικαστικής απόφασης που εγκρίνει ή τροποποιεί το καταστατικότης οργάνωσης και σημειώνεται η ενδεχόμενη διάλυσή της. Μετά την εγγραφήστο παραπάνω βιβλίο επέρχονται τα αποτελέσματα του άρθρ. 83 Α.Κ. 2. Σε κάθε Πρωτοδικείο τηρείται φάκελος που περιέχει το καταστατικόκάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης και τις τροποποιήσεις του καθώς και ταέγγραφα που αναφέρονται στο άρθρ. 13 παρ.2 του νόμου αυτού. 3. Αντίγραφα των παραπάνω εγγράφων και βεβαιώσεις για στοιχεία πουαναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου αυτού χορηγούνται από τον Γραμματέατου Πρωτοδικείου σε όποιον έχει έννομο συμφέρον.

Άρθρο 3Βιβλία συνδικαλιστικών οργανώσεων.
1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις τηρούν τα ακόλουθα βιβλία, πουαριθμούνται και θεωρούνται από το Γραμματέα του Πρωτοδικείου της έδραςτους πριν αρχίσουν να χρησιμοποιούνται: α) Μητρώου μελών, όπου αναγράφονται αριθμημένα το ονοματεπώνυμο, τοεπάγγελμα, η διεύθυνση κατοικίας, ο αριθμός του δελτίου ταυτότητας, οαριθμός του εκλογικού συνδικαλιστικού βιβλιαρίου και μέχρι την έκδοσήτου ο αριθμός του ασφαλιστικού βιβλιαρίου υγείας, το Ταμείο ασφάλισηςκαι οι χρονολογίες εγγραφής και διαγραφής κάθε μέλους. Προκειμένου γιανομικά πρόσωπα αναγράφονται η επωνυμία, η έδρα, οι αριθμοί και οιχρονολογίες των δικαστικών αποφάσεων έγκρισης ή τροποποίησης τωνκαταστατικών τους, οι χρονολογίες εγγραφής και διαγραφής τους, οαριθμός των γραμμένων μελών τους και αυτών που πήραν μέρος στιςτελευταίες εκλογές. β) Πρακτικών συνεδριάσεων Γενικών Συνελεύσεων των μελών. γ) Πρακτικών συνεδριάσεων διοίκησης. δ) Ταμείου, όπου καταχωρίζονται κατά χρονολογική σειρά όλες οιεισπράξεις και πληρωμές. ε) Περιουσίας, όπου καταγράφονται όλα τα κινητά και ακίνητα περιουσιακάστοιχεία της οργάνωσης. 2. Γραμμάτια εισπράξεων αριθμούνται και θεωρούνται από την ΕλεγκτικήΕπιτροπή, πριν από τη χρησιμοποίησή τους. 3. Τα μέλη της οργάνωσης και όποιος άλλος έχει έννομο συμφέρον έχουν τοδικαίωμα να πληροφορούνται τα παραπάνω στοιχεία.

Άρθρο 4Σκοποί συνδικαλιστικών οργανώσεων.
1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν σκοπό τη διαφύλαξη καιπροαγωγή των εργασιακών, οικονομικών, ασφαλιστικών, κοινωνικών καισυνδικαλιστικών συμφερόντων των εργαζομένων. 2. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις απαγορεύεται ν' ασκούν κερδοσκοπικήδραστηριότητα, μπορούν όμως χωρίς επιδίωξη κέρδους να συνιστούνκαταναλωτικούς ή πιστωτικούς συνεταιρισμούς ή να διατηρούν εντευκτήριακαι βιβλιοθήκες και να παρέχουν μαθήματα επιμόρφωσης των μελών τους.Μπορούν επίσης να δημιουργούν ειδικά κεφάλαια για την εξυπηρέτησηορισμένων έκτακτων σκοπών αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας των μελώντους. 3. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις για την πραγματοποίηση των σκοπών τουςδικαιούνται μεταξύ άλλων: α) Ν' αναφέρονται στις διοικητικές και άλλες αρχές για κάθε ζήτημα πουαφορά τους σκοπούς τους, τα μέλη τους, τις εργασιακές και γενικότεραεπαγγελματικές σχέσεις και τα συμφέροντα των μελών τους. β) Να καταγγέλλουν και να εγκαλούν στις διοικητικές και δικαστικέςαρχές τις παραβιάσεις της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας και τωνκανονισμών ή οργανισμών που αφορούν τις ίδιες ή τα μέλη τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Άρθρο 5Πόροι.
1. Πόροι των συνδικαλιστικών οργανώσεων είναι: α) Τα δικαιώματα εγγραφής, οι συνδρομές και οι εθελοντικές εισφορές τωνμελών. β) Τα εισοδήματα από την αξιοποίηση της περιουσίας της οργάνωσης. γ) Τα έσοδα δωρεών, κληρονομιών, κληροδοσιών ως και διαφόρων εκδηλώσεωνκαι εορτών. 2. Ο τρόπος καθορισμού και το ύψος του δικαιώματος εγγραφής και τωνσυνδρομών ορίζονται από το καταστατικό της οργάνωσης. 3. Οι δωρεές και οι επιχορηγήσεις προς συνδικαλιστικές οργανώσειςγίνονται πάντοτε επώνυμα. 4. Απαγορεύεται να δέχονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εισφορές καιενισχύσεις, από εργοδότες ή οργανώσεις τους, καθώς και από κομματικούςοργανισμούς ή άλλες πολιτικές οργανώσεις. Από την παραπάνω απαγόρευση εξαιρούνται παροχές του εργοδότη για τηνεξυπηρέτηση κοινωφελών σκοπών της μοναδικής πρωτοβάθμιαςσυνδικαλιστικής οργάνωσης, στην οποία ανήκουν οι εργαζόμενοι σ' αυτόν,ή, εφόσον υπάρχουν περισσότερες, ισομερώς σε όλες. 5. Η περιουσία του σωματείου, που χρειάζεται για τη στοιχειώδηλειτουργία του, είναι ακατάσχετη.

Άρθρο 6Είσπραξη εισφορών.
1. Οι πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν δικαίωμα ναεισπράττουν τα δικαιώματα εγγραφής, τις συνδρομές και γενικά τιςεισφορές των μελών τους και μέσα στο χώρο εργασίας, εκτός χρόνουαπασχόλησης. Ο χρόνος αυτός είναι εκείνος που στη διάρκειά του οεργαζόμενος δεν οφείλει να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον εργοδότη. 2. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν δικαίωμα να εισπράττουν τιςσυνδρομές των μελών τους με σύστημα παρακράτησης και απόδοσης από τονεργοδότη, του οποίου οι λεπτομέρειες καθορίζονται με Εθνική ΓενικήΣυλλογική Σύμβαση Εργασίας ή όμοιας έκτασης απόφαση διαιτησίας. "Η καθοριζόμενη να παρακρατείται συνδρομή καθώς και ο τρόπος κατανομήςτης μεταξύ των συνδικαλιστικών οργανώσεων, όλων των βαθμών, καθορίζεταιαπό τις οικείες γενικές συνελεύσεις ή τα διοικητικά συμβούλια, κατάτους ορισμούς των καταστατικών. Για την παρακράτηση της συνδρομήςαπαιτείται η κατάθεση έγγραφης, θετικής δηλώσεως του μισθωτού στονεργοδότη, ελεύθερα ανακαλουμένης. Η απόδοση των παρακρατούμενων από τονεργοδότη συνδρομών θα γίνεται στο πρωτοβάθμιο επιχειρησιακό σωματείο,που θα έχει και την ευθύνη της κατανομής τους".(όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 8 ν. 1915/90 που κατάργησε και την παρ. 3).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Άρθρο 7Μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων.
1. Κάθε εργαζόμενος, που έχει συμπληρώσει ένα δίμηνο μέσα στοντελευταίο χρόνο στην επιχείρηση ή εκμετάλλευση ή τον κλάδο απασχόλησήςτου, έχει δικαίωμα να γίνει μέλος μίας οργάνωσης της επιχείρησης ήεκμετάλλευσης και μίας του επαγγελματικού κλάδου απασχόλησής του,εφόσον έχει τις νόμιμες προϋποθέσεις των καταστατικών τους. Ανήλικοι και αλλοδαποί, εργαζόμενοι νόμιμα μπορούν να είναι μέλησυνδικαλιστικών οργανώσεων. Αν δεν ορίζει διαφορετικά το καταστατικό, διαγράφεται το μέλος τηςσυνδικαλιστικής οργάνωσης: 1) πού, χωρίς να συντρέχει ανώτερη βία, δενπήρε μέρος στις δύο τελευταίες εκλογές για τη διοίκηση, 2) πού πριν έξι(6) μήνες έχει πάψει με τη θέλησή του να απασχολείται στην επιχείρηση ήστον επαγγελματικό κλάδο απασχόλησής του, εκτός εάν τούτο οφείλεταιστην εκλογή του στο Κοινοβούλιο ή την Τοπική Αυτοδιοίκηση. 2. Κάθε σωματείο έχει το δικαίωμα να γίνει μέλος της αντίστοιχηςΟμοσπονδίας και του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου. Κάθε τοπικόπαράρτημα σωματείου ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης μπορείνα γίνει μέλος του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου, ύστερα από απόφασητης διοίκησης του σωματείου. Κάθε σωματείο ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης που ανήκειστο Εργατικό Κέντρο της περιφέρειας στην οποία βρίσκεται η έδρα τουεκπροσωπείται στη συνέλευση του Εργατικού Κέντρου για το σύνολο τωνμελών του, αφού αφαιρεθούν μέλη τοπικών παραρτημάτων, που τυχόνυπάρχουν και έχουν εγγραφεί σε άλλα Εργατικά Κέντρα. 3. Κάθε Ομοσπονδία και κάθε Εργατικό Κέντρο έχει το δικαίωμα να γίνειμέλος μιας συνομοσπονδίας. 4. Διάταξη καταστατικού συνδικαλιστικής οργάνωσης που απαγορεύει τησυμμετοχή μελών της σε άλλη οργάνωση είναι ισχυρή. 5. Εργαζόμενος ή πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωσηεγγράφεται στην αντίστοιχη οργάνωση μετά από αίτηση που υποβάλλει στοαρμόδιο ν' αποφασίσει όργανο. Το όργανο τούτο αποφασίζει στην πρώτημετά την υποβολή της αίτησης συνεδρίασή του. 6. Εάν το αρμόδιο να αποφασίσει την εγγραφή όργανο της συνδικαλιστικήςοργάνωσης απορρίψει την αίτηση ή μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή τηςγια πρωτοβάθμια οργάνωση και Εργατικό Κέντρο και δε δύο μήνες γιαΟμοσπονδία και τριτοβάθμια οργάνωση δεν έχει γνωστοποιηθεί απόφαση τουοργάνου για αποδοχή ή απόρριψη της αίτησης στον αιτούντα, αυτός έχειδικαίωμα να προσφύγει στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο και να ζητήσει τηνεγγραφή, κατά τη διαδικασία των άρθρ. 663 και επ. του ΚΠολΔ. Ο εργαζόμενος ή η Οργάνωση, από την κοινοποίηση της απόφασης τουΕιρηνοδικείου που διατάζει την εγγραφή, γίνεται χωρίς άλλη διατύπωσημέλος της αντίστοιχης οργάνωσης. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ωςασφαλιστικό μέτρο την προσωρινή εγγραφή του αιτούντα, ύστερα απόαίτησή του. 7. Ύστερα από αίτηση μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης ή υπερκειμένηςτης και εφόσον το αρμόδιο για την εγγραφή νέων μελών όργανο εντελώςαδικαιολόγητα και κατά παράβαση των αρχών της καλής πίστης αρνείται τηνεγγραφή νέων μελών, το Ειρηνοδικείο με τη διαδικασία των άρθρ. 663 καιεπ. του ΚΠολΔ κηρύσσει έκπτωτη τη διοίκηση της οργάνωσης. Στηνπερίπτωση αυτή το αρμόδιο δικαστήριο διορίζει κατά το άρθρ. 69 του ΑΚπροσωρινή διοίκηση στην οποία αναθέτει το έργο της εγγραφής νέων μελώνκαι της διενέργειας εκλογών για ανάδειξη νέας διοίκησης της οργάνωσηςμέσα σε δύο μήνες από το διορισμό της για τις πρωτοβάθμιες και τέσσεριςμήνες για τις λοιπές οργανώσεις.

Άρθρο 8Συνέλευση μελών - Απαρτία - Λήψη - Προσβολή αποφάσεων.
1. Η Συνέλευση των μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσησυγκαλείται κατά τους όρους των άρθρ. 95 και 96 του Α.Κ. και αποφασίζει για όλα τα θέματα που αφορούν την οργάνωση εκτός αν κατά το καταστατικό υπάγονται στηναρμοδιότητα άλλου οργάνου της. 2. Με την επιφύλαξη των άρθρων 99 και 100 Α.Κ. όπως και κάθε άλληςδιάταξης με την οποία προβλέπεται ειδική απαρτία και εφόσον τοκαταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά, για να γίνει συζήτηση, και για ναληφθεί απόφαση, κατά τις Συνελεύσεις, απαιτείται η παρουσία τουλάχιστοτου ενός τρίτου (1/3) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών. Αν δενυπάρχει απαρτία κατά την πρώτη συζήτηση συγκαλείται νέα συνέλευση μέσασε δύο (2) μέχρι δεκαπέντε (15) μέρες κατά την οποία απαιτείται ηπαρουσία τουλάχιστον του ενός τετάρτου (1/4) των οικονομικάτακτοποιημένων μελών. Εάν δεν υπάρξει απαρτία κατά τη δεύτερη συνέλευση,συγκαλείται μέσα σε δύο (2) μέχρι δεκαπέντε (15) μέρες τρίτη κατά τηνοποία είναι αρκετή η παρουσία του ενός πέμπτου (1/5) των οικονομικάτακτοποιημένων μελών.Απαγορεύεται η συμμετοχή στις Συνελεύσεις και στις ψηφοφορίες μεοποιουδήποτε είδους εξουσιοδότηση. 3. Η Γενική Συνέλευση αποφασίζει πάντοτε με ψηφοφορία, ποτέ όμως διάβοής. Είναι μυστική κάθε ψηφοφορία που αναφέρεται σε εκλογές διοικητικούσυμβουλίου, ελεγκτικής και εφορευτικής επιτροπής και αντιπροσώπων σεδευτεροβάθμια και τριτοβάθμια οργάνωση, επιλογή δευτεροβάθμιας οργάνωσηςγια αντιπροσώπευση στην τριτοβάθμια, θέματα εμπιστοσύνης προς τηδιοίκηση, έγκριση λογοδοσίας, προσωπικά ζητήματα και κήρυξη απεργίας. Οι αποφάσεις της Συνέλευσης, αν δεν ορίζεται διαφορετικά στοκαταστατικό, λαμβάνονται με σχετική πλειοψηφία των παρόντων. Σε κάθε περίπτωση μυστικής ψηφοφορίας, αν για την απαρτία τηςΣυνέλευσης είναι αρκετή η παρουσία ως και του ενός τετάρτου (1/4) τωνμελών, είναι δε παρόντα τόσα μέλη όσα να καλύπτουν τον ελάχιστο αυτόναριθμό, απαιτείται πλειοψηφία των τριών τετάρτων (3/4) των παρόντων. Απόφαση Συνέλευσης μπορεί να ακυρωθεί αν στη Συνέλευση παραβρέθηκανπρόσωπα που δεν ήταν μέλη της συνδικαλιστικής οργάνωσης και η παρουσίατους μπορούσε να επηρεάσει το αποτέλεσμα. Σε περίπτωση που με απόφαση της διοίκησης συνδικαλιστικής οργάνωσης ήμετά από αίτηση του 1/10 των οικονομικά τακτοποιημένων μελών τηςσυγκληθεί Γενική Συνέλευση για να αποφασίσει την ενοποίησή της με άλληομοιοεπαγγελματική οργάνωση, ισχύουν χωρίς την επιφύλαξη των άρθρ. 99και 100 Α.Κ. όσα καθορίζονται παραπάνω στις παρ. 2 και 3 του άρθρουαυτού. Η Συνέλευση αυτή αποφασίζει και για την εκχώρηση τωνπεριουσιακών στοιχείων στην ενιαία οργάνωση που θα προκύψει από τηνενοποίηση. 4. Αίτηση για την αναγνώριση ακυρότητας απόφασης Συνέλευσης υποβάλλεταιμέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη λήξη τηςΣυνέλευσης στο Ειρηνοδικείο της περιφέρειας που εδρεύει η συνδικαλιστικήοργάνωση. Η σχετική αίτηση πρέπει να υποβάλλεται για τις πρωτοβάθμιεςσυνδικαλιστικές οργανώσεις από το 1/50 τουλάχιστον των οικονομικάτακτοποιημένων μελών και για τις λοιπές, αποκλειστικά από οποιαδήποτεσυνδικαλιστική οργάνωση που μετέχει, οικονομικά τακτοποιημένη, κατά τησυζήτηση της αίτησης. Η απόφαση του Ειρηνοδικείου είναι δυνατό να εκκληθεί στο ΜονομελέςΠρωτοδικείο μέσα σε δέκα μέρες από την επίδοσή της.

Άρθρο 9Διοικητικά Συμβούλια - Ελεγκτικές Επιτροπές - Αντιπρόσωποι.
1. Η διοίκηση της συνδικαλιστικής οργάνωσης συγκροτείται όπωςορίζει το καταστατικό. Οι ιδιότητες του Προέδρου, Αντιπροέδρου, Γεν. Γραμματέα ήΤαμία δεν επιτρέπεται να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο. Η θητεία των διοικητικών οργάνων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 3χρόνια. 2. Σε κάθε συνδικαλιστική οργάνωση εκλέγεται απ' τη Γενική Συνέλευσητων μελών της ελεγκτική επιτροπή, κατά το καταστατικό της. Ο αριθμός των μελών της και ο τρόπος λειτουργίας της ορίζονται απ' τοκαταστατικό της οργάνωσης. Η διάρκεια της θητείας των ελεγκτικώνεπιτροπών ακολουθεί πάντοτε τη θητεία του διοικητικού συμβουλίου. Οιεκλογές για διοικητικό συμβούλιο και ελεγκτική επιτροπή γίνονταιταυτόχρονα. Αρμοδιότητα της ελεγκτικής επιτροπής είναι η παρακολούθηση και οέλεγχος του διοικητικού συμβουλίου ως προς την οικονομική διαχείρισητης οργάνωσης. 3. Η Συνέλευση των μελών κάθε πρωτοβάθμιας οργάνωσης εκλέγει τουςαντιπροσώπους της για την Ομοσπονδία και το Εργατικό Κέντρο στα οποίασυμμετέχει. Η Συνέλευση κάθε Ομοσπονδίας και κάθε Εργατικού Κέντρου εκλέγει τους αντιπροσώπους της για τη Συνομοσπονδία στην οποία μετέχει. Ο αριθμός των αντιπροσώπων σε κάθε δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμιασυνδικαλιστική οργάνωση ορίζεται με το ίδιο μέτρο για όλες τιςοργανώσεις, που συμμετέχουν στην δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια οργάνωση. Ο σχετικός υπολογισμός γίνεται με βάση τον αριθμό των μελών που ψήφισανγια την ανάδειξη των αντιπροσώπων στην πρωτοβάθμια οργάνωση. Σε περίπτωση που προκύπτει κλάσμα μεγαλύτερο από το μισό του αριθμούπου αποτελεί το μέτρο, προστίθεται ένας ακόμη αντιπρόσωπος. Δεναντιπροσωπεύεται ή οργάνωση που δεν καλύπτει τουλάχιστο το μισό τουμέτρου. Σωματεία των οποίων η αριθμητική δύναμη λόγω της ιδιομορφίας τουςκαθορίζεται από ειδικό νόμο ή ειδική επιτροπή που είναι ΝΠΔΔ, μπορούννα αντιπροσωπεύονται στις δευτεροβάθμιες οργανώσεις ανεξάρτητα εάν ταμέλη τους είναι λιγότερα από το μισό του μέτρου που προβλέπει τοκαταστατικό της δευτεροβάθμιας οργάνωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'ΕΚΛΟΓΙΚΕΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Άρθρο 10Εκλογές.
1. α) Οι εργαζόμενοι, μέλη των πρωτοβαθμίων συνδικαλιστικώνοργανώσεων, εκλέγουν τα διοικητικά συμβούλια και τις ελεγκτικές επιτροπές καιαντιπροσώπους στις δευτεροβάθμιες οργανώσεις και εκλέγονται επίσηςεφόσον έχουν εκπληρώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις, που προβλέπονταιαπό τα καταστατικά τους. β) Τα μέλη των πρωτοβαθμίων συνδικαλιστικών οργανώσεων δικαιούνται ναψηφίσουν αντιπροσώπους, μόνο για μία Ομοσπονδία και ένα ΕργατικόΚέντρο. Αν ανήκουν σε δύο οργανώσεις επιλέγουν τη μία απ' αυτές, για ν'ασκήσουν το δικαίωμα τους αυτό, με δήλωσή τους προς τον πρόεδρο τηςεφορευτικής επιτροπής των εκλογών. Η δήλωση αυτή δεσμεύει τονεργαζόμενο για όλο το χρόνο της θητείας των αντιπροσώπων που ψήφισε καιτης θητείας των οργάνων που ψήφισαν οι αντιπρόσωποι της οργάνωσης του. 2. α) Κάθε πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση συμμετέχει με τουςαντιπροσώπους της στην εκλογή των οργάνων της διοίκησης της Ομοσπονδίαςκαι του Εργατικού Κέντρου, που ανήκει, και εφόσον έχει εκπληρώσει τιςοικονομικές υποχρεώσεις, που προβλέπονται από τα καταστατικά τους β) Οι πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις αντιπροσωπεύονται στηντριτοβάθμια δια μέσου μίας μόνο δευτεροβάθμιας οργάνωσης. Η Γενική Συνέλευση των μελών κάθε πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικήςοργάνωσης αποφασίζει αν η αντιπροσώπευσή της στην τριτοβάθμια θα γίνειδια μέσου του Εργατικού Κέντρου ή δια μέσου της Ομοσπονδίας, που τυχόνανήκει. Για την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης αρκεί η σχετική πλειοψηφία τωνπαρόντων μελών και η σχετική μυστική ψηφοφορία γίνεται στην ίδιασυνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης και αμέσως μετά τη εκλογή τηςεφορευτικής επιτροπής, για την εκλογή αντιπροσώπων. Την απόφαση αυτή και πίνακα των αντιπροσώπων ανακοινώνει με έγγραφότου ο Πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής και στις δύο δευτεροβάθμιεςοργανώσεις, που τυχόν μετέχει η οργάνωση, καθώς επίσης στην αντίστοιχητριτοβάθμια. Ταυτόχρονα στις ίδιες υπερκείμενες οργανώσεις αποστέλλει οδικαστικός αντιπρόσωπος αντίγραφο του μητρώου, που αναφέρεται στην παρ.2 του άρθρ. 6 του Ν.Δ. 4361/1964, με τα πρόσθετα στοιχεία πουαναφέρονται στο άρθρ. 3 παρ. 1 έδαφ. α' του παρόντος νόμου. Η παραπάνω δέσμευση της συνδικαλιστικής οργάνωσης ισχύει για όλο τοχρόνο της θητείας των αντιπροσώπων που ψήφισαν οι αντιπρόσωποι της στηδευτεροβάθμια οργάνωση που επέλεξε. 3. Κάθε δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση εκλέγει αντιπροσώπουςμόνο για μία τριτοβάθμια. 4. Οι αντιπρόσωποι στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσειςέχουν δικαίωμα να εκλέγονται σε όλα τα όργανα διοίκησης, όπως επίσηςκαι στα όργανα που υποκαθιστούν τις συνελεύσεις των οργανώσεων αυτών.

Άρθρο 11Διεξαγωγή εκλογών.
1. Οι εκλογές για τα όργανα των συνδικαλιστικών οργανώσεωνδιεξάγονται από εφορευτική επιτροπή, που ο αριθμός των μελών της και η διαδικασίαεκλογής τους ορίζεται από το καταστατικό και προεδρεύεται από τονδικαστικό αντιπρόσωπο. Σε όλη τη διάρκεια της διεξαγωγής των εκλογώνμέχρι και την ανακήρυξη των επιτυχόντων μπορεί να παραβρίσκεται ανάένας αντιπρόσωπος κάθε συνδυασμού. 2. Οι διατάξεις των παρ. 2 - 5 του άρθρ. 6 του Ν.Δ. 4361/1964εφαρμόζονται και για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις του νόμου αυτού. 3. Δικαστικός αντιπρόσωπος ορίζεται Πρωτοδίκης ή Ειρηνοδίκης εφόσονπρόκειται για δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικέςοργανώσεις. Ο δικαστικός αντιπρόσωπος ορίζεται, με αίτηση της οργάνωσης, από τονΠρόεδρο του Πρωτοδικείου της έδρας της από πίνακα όλων των Πρωτοδικών ήΕιρηνοδικών με αλφαβητική σειρά. Υπέρβαση της σειράς επιτρέπεται μόνογια λόγους ανώτερης βίας, που βεβαιώνονται από τον Πρόεδρο Πρωτοδικώνστην έγγραφη εντολή του στον επόμενο στη σειρά Πρωτοδίκη ή Ειρηνοδίκηκαι για όσο χρόνο διαρκεί η ανώτερη βία. 4. Δικαστικός αντιπρόσωπος ορίζεται Πρωτοδίκης ή Ειρηνοδίκης εφόσονπρόκειται για σωματεία, που έχουν την έδρα τους σε τόπους που εδρεύειΠρωτοδικείο. Τα εδαφ. β' και γ' της παρ. 3 εφαρμόζονται ανάλογα. 5. Δικαστικός αντιπρόσωπος στα άλλα σωματεία είναι ο Ειρηνοδίκης τηςπεριφέρειας όπου βρίσκεται η έδρα του σωματείου, στον οποίο κατατίθεταικαι η σχετική αίτηση. 6. Δεν απαιτείται η παρουσία δικαστικού αντιπροσώπου σε εκλογέςσωματείων που έχουν την έδρα τους εκτός της έδρας του Ειρηνοδικείου καιο αριθμός των μελών τους δεν υπερβαίνει τους (50) πενήντα.

Άρθρο 12Σύστημα εκλογών.
1. Η εκλογή των οργάνων της συνδικαλιστικής οργάνωσης γίνεται με το σύστημα της απλής αναλογικής. Για την εκλογή του προέδρου, των Α και Β αντιπροέδρων, του γενικού γραμματέα και του ταμία, στη συνδικαλιστική οργάνωση των συντακτών ημερησίων εφημερίδων Αθηνών, ισχύει το εκλογικό σύστημα που ορίζει το καταστατικό τους. Για την εκλογή των λοιπών μελών του διοικητικού συμβουλίου, ισχύει το σύστημα της απλής αναλογικής, που ορίζει το παρόν άρθρο. 2. Οι έδρες του διοικητικού συμβουλίου, της ελεγκτικής επιτροπής και οαριθμός των αντιπροσώπων κατανέμονται μεταξύ των συνδυασμών και τωνχωριστών υποψηφίων ανάλογα με την εκλογική τους δύναμη. Το σύνολο τωνέγκυρων ψηφοδελτίων διαιρείται με τον αριθμό των εδρών του διοικητικούσυμβουλίου ή της ελεγκτικής επιτροπής, ή με τον αριθμό των αντιπροσώπωνπου εκλέγονται. Το πηλίκον αυτής, της διαίρεσης, παραλειπομένου του κλάσματος, αποτελείτο εκλογικό μέτρο. Κάθε συνδυασμός καταλαμβάνει τόσες έδρες στοδιοικητικό συμβούλιο ή την ελεγκτική επιτροπή και εκλέγει τόσουςαντιπροσώπους όσες φορές χωρεί το εκλογικό μέτρο στον αριθμό τωνέγκυρων ψηφοδελτίων που έλαβε. 3. Χωριστός υποψήφιος που έλαβε το ίδιο ή μεγαλύτερο αριθμό ψήφων απότο εκλογικό μέτρο καταλαμβάνει μία έδρα στο όργανο για το οποίο είχεθέσει υποψηφιότητα ή εκλέγεται αντιπρόσωπος εφόσον ήταν υποψήφιος γιατη θέση αυτή. 4. Συνδυασμός που περιλαμβάνει υποψήφιους λιγότερους από τις έδρες πουτου ανήκουν, καταλαμβάνει τόσες μόνο έδρες ή εκλέγει τόσους μόνοαντιπροσώπους, όσοι είναι και οι υποψήφιοί του. 5. Οι έδρες που μένουν αδιάθετες και ο αριθμός των αντιπροσώπων που δενκαλύπτεται σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγουμένων παραγράφωνκατανέμονται από μία στους συνδυασμούς εκείνους που έχουν καταλάβειτουλάχιστο μία έδρα ή έχουν εκλέξει ένα αντιπρόσωπο και οι οποίοισυγκεντρώνουν υπόλοιπο ψηφοδελτίων μεγαλύτερο από το 1/3 του εκλογικούμέτρου και που πλησιάζουν περισσότερο το εκλογικό μέτρο. 6. Οι έδρες που μένουν αδιάθετες ή ο αριθμός των αντιπροσώπων που δενκαλύπτεται και μετά την εφαρμογή των διατάξεων της προηγουμένηςπαραγράφου κατανέμονται μεταξύ των συνδυασμών που έχουν το μεγαλύτερουπόλοιπο ψηφοδελτίων από μία έδρα ή από έναν αντιπρόσωπο. Σε περίπτωσηισοδυναμίας γίνεται κλήρωση.

Άρθρο 13Ψηφοφορία - Πρακτικά διαλογής.
1. Η ψηφοφορία γίνεται πάντοτε με την επίδειξη της αστυνομικήςταυτότητας ή άλλου δημόσιου εγγράφου και του εκλογικού συνδικαλιστικούβιβλιαρίου. Στο βιβλιάριο σημειώνεται από το δικαστικό αντιπρόσωπο ηχρονολογία άσκησης του εκλογικού δικαιώματος του μέλους, η διάρκεια τηςθητείας των αντιπροσώπων που ψήφισε, καθώς και η διάρκεια της θητείαςτων οργάνων που θα ψηφίσουν οι αντιπρόσωποί του. Το γνήσιο των εγγραφώναυτών βεβαιώνει ο δικαστικός αντιπρόσωπος με την υπογραφή του και τησφραγίδα της οργάνωσης. 2. Με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρ. 11 τα πρακτικά διαλογής τωνψηφοδελτίων και ανακηρύξεως των επιτυχόντων, καθώς και το πρωτόκολλοτης ψηφοφορίας ως και αποσπάσματα πρακτικών για την κατά το άρθρ. 10παρ. 2β απόφαση της Γενικής Συνέλευσης παραδίνονται την επόμενη μέραμετά το τέλος της εκλογής από το δικαστικό αντιπρόσωπο στο γραμματέα τουαρμόδιου Πρωτοδικείου και φυλάσσονται στο φάκελο της οικείαςσυνδικαλιστικής οργάνωσης.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
Άρθρο 14Προστασία και διευκολύνσεις συνδικαλιστικής οργάνωσης.
1. Τα όργανα του Κράτους έχουν την υποχρέωση να εφαρμόζουν τααπαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της ανεμπόδιστης άσκησης τουδικαιώματος για την ίδρυση και αυτόνομη λειτουργία των συνδικαλιστικώνοργανώσεων. 2. Απαγορεύεται στους εργοδότες, σε πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμότους και σε οποιοδήποτε τρίτο, να προβαίνουν σε οποιαδήποτε πράξη ήπαράλειψη που κατατείνει στην παρακώλυση της άσκησης τωνσυνδικαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και ιδιαίτερα: α) ν' ασκούν επιρροή στους εργαζομένους, για την ίδρυση ή μη ίδρυσησυνδικαλιστικής οργάνωσης. β) να επιβάλλουν ή να παρεμποδίζουν με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο τηνπροσχώρηση εργαζομένων σε ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση. γ) ν' απαιτούν από τους εργαζομένους δήλωση συμμετοχής, μη συμμετοχής ήαποχώρησης από συνδικαλιστική οργάνωση, δ) να υποστηρίζουν ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση ή με οικονομικά ήμε άλλα μέσα, ε) να επεμβαίνουν με οποιοδήποτε τρόπο στη διοίκηση, στη λειτουργία καιστη δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων. στ) να μεταχειρίζονται με ευμένεια ή δυσμένεια τους εργαζομένους,ανάλογα με τη συμμετοχή τους σε ορισμένη συνδικαλιστική οργάνωση. 3. Δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε συνδικαλιστική οργάνωσηεργαζομένων εργοδότες. 4. Είναι άκυρη η καταγγελία της σχέσης εργασίας για νόμιμησυνδικαλιστική δράση. 5. Είναι άκυρη η καταγγελία της σχέσης εργασίας: α) των μελών της διοίκησης, σύμφωνα με το άρθρ. 92 Α.Κ., τηςσυνδικαλιστικής οργάνωσης. β) των μελών της προσωρινής, σύμφωνα με το άρθρ. 79 Α.Κ., διοίκησηςσυνδικαλιστικής οργάνωσης που διορίζει το δικαστήριο σύμφωνα με τοάρθρ. 69 του Αστικού Κώδικα και γ) των μελών της διοίκησης που εκλέγονται προσωρινά κατά την ίδρυσησυνδικαλιστικής οργάνωσης. Η απαγόρευση ισχύει κατά τη διάρκεια της θητείας και ένα χρόνο μετά τηλήξη της, εκτός αν συντρέχει ένας από τους λόγους της παρ. 10 καιδιαπιστωθεί κατά την διαδικασία του άρθρου 15. 6. Η παραπάνω προστασία παρέχεται στην ακόλουθη έκταση: α) Εάν η οργάνωση έχει ως 200 μέλη προστατεύονται επτά μέλη τηςδιοίκησης. β) εάν η οργάνωση έχει ως 1000 μέλη προστατεύονται εννέα μέλη και γ) εάν η οργάνωση έχει περισσότερα από 1000 μέλη προστατεύονται ένδεκα. 7. Τη σειρά των μελών που προστατεύονται ορίζει το καταστατικό. Εάν τοκαταστατικό δεν προβλέπει, προστατεύονται κατά σειρά ο Πρόεδρος, Αναπλ.Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος, Γενικός Γραμματέας, Αναπλ. Γενικός Γραμματέας,Ταμίας και οι λοιποί κατά την τάξη της εκλογής. 8. Προστατεύονται επίσης: Τα πρώτα 21 ιδρυτικά μέλη της πρώτης υπό σύσταση συνδικαλιστικήςοργάνωσης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή του επαγγελματικού κλάδουαπασχόλησης εφόσον η επιχείρηση στην οποία εργάζονται απασχολεί από 80μέχρι 150 εργαζόμενους, 25 μέλη αν απασχολεί πάνω από 150, 30 μέλη αναπασχολεί πάνω από 300 και 40 μέλη εάν απασχολεί πάνω από 500. Εφόσονοι εργαζόμενοι είναι πάνω από 40 και μέχρι 80, προστατεύονται μέχρι 7ιδρυτικά μέλη κατά την τάξη υπογραφής της ιδρυτικής πράξης. Η προστασία αυτή ισχύει για ένα χρόνο από την ημέρα της υπογραφής τηςιδρυτικής πράξης. Εάν η υπό σύσταση οργάνωση δεν συσταθεί πραγματικάμέσα σε 6 μήνες από την υπογραφή της ιδρυτικής πράξης, η προστασία τωνιδρυτικών μελών παύει και ισχύει για τα μέλη της επόμενης υπό σύστασηοργάνωσης. 9. Με την επιφύλαξη του άρθρ. 11 παρ. 3 του Ν. 1256/1982 "για τηνπολυθεσία, την πολυαπασχόληση και την καθιέρωση ανωτάτου ορίου απολαβώνστο δημόσιο τομέα καθώς και για το Ελεγκτικό Συνέδριο, το ΝομικόΣυμβούλιο του Κράτους και άλλες διατάξεις" δεν επιτρέπεται μετάθεση τωνεργαζομένων που αναφέρονται στις παρ. 5, 6, 7 και 8 χωρίς τη συγκατάθεσητης αντίστοιχης συνδικαλιστικής οργάνωσης. Ο εργοδότης έχει δικαίωμα ναπροσφύγει στην επιτροπή του άρθρου 15 που αποφασίζει για τηναναγκαιότητα της μετάθεσης. 10. Η καταγγελία της σχέσης εργασίας των προσώπων, που προστατεύονταισύμφωνα με όσα αναφέρονται στο άρθρο αυτό, επιτρέπεται μόνον: α) Όταν κατά τη σύναψη της σύμβασης εργασίας με τον εργοδότη οεργαζόμενος τον εξαπάτησε παρουσιάζοντας ψεύτικα πιστοποιητικά ήβιβλιάρια για να προσληφθεί ή να λάβει μεγαλύτερη αμοιβή. β) Όταν ο εργαζόμενος αποκάλυψε βιομηχανικά ή εμπορικά μυστικά ή ζήτησεή δέχτηκε αθέμιτα πλεονεκτήματα, κυρίως προμήθειες από τρίτους. γ) Όταν ο εργαζόμενος προκάλεσε σωματικές βλάβες ή εξύβρισε σοβαρά ήαπείλησε τον εργοδότη ή τον εκπρόσωπό του. δ) Όταν ο εργαζόμενος επίμονα και αδικαιολόγητα αρνήθηκε να εκτελέσειτην εργασία για την οποία έχει προσληφθεί. ε) Όταν ο εργαζόμενος δεν προσέρχεται αδικαιολόγητα στην εργασία τουγια περισσότερο από 7 ημέρες διάστημα ή εξακολουθεί να συμμετέχει σε απεργία που κρίθηκε με δικαστική απόφαση μη νόμιμη ή καταχρηστική. Η συνδρομή κάποιου από τους παραπάνω σπουδαίους λόγους δεν απαλλάσσειτον εργοδότη από τις υποχρεώσεις που έχει σύμφωνα με τις διατάξεις τουΑστικού Κώδικα και της εργατικής νομοθεσίας σχετικά με την καταγγελίατης σχέσης εργασίας.«1. Για τους εργαζομένους και τους προστατευομένους κατά το άρθρο 14 παρ. 5, 6, 7, 8 του ν. 1264/82 και το άρθρο 9 παρ. 1,2 του ν. 1767/88 επιτρέπεται η καταγγελία της σχέσεως εργασίας και όταν: α. Εξακολούθησαν να συμμετέχουν σε απεργία που κρίθηκε παράνομη ή καταχρηστική με δικαστική απόφαση τελεσίδικη ή οριστική που έχει κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, 24 ώρες μετά την έκδοση και τη γνωστοποίηση, με δικαστικό επιμελητή, της αποφάσεως στην οικεία συνδικαλιστική οργάνωση. β. Μετέχοντας στο προσωπικό ασφαλείας των επιχειρήσεων του άρθρου 19 παρ.2 του ν. 1264/82, κατά τη διάρκεια της απεργίας, δεν προσφέρουν την εργασία τους σύμφωνα με τη σύμβαση εργασίας και τις εντολές και οδηγίες του εργοδότη. γ. Εμποδίζουν κατά τη διάρκεια της απεργίας με την χρήση βίας, απειλής ή άλλης παράνομης πράξεως μισθωτούς να εργασθούν ή με πρόθεση καταστρέφουν ή βλάπτουν τις εγκαταστάσεις ή τον εξοπλισμό της επιχειρήσεως. Ο εργοδότης στις προαναφερόμενες περιπτώσεις έχει την υποχρέωση να καταβάλει στο μισθωτό τη νόμιμη αποζημίωση. Διατάξεις, κανονισμού ή καταστατικού ή συλλογικών συμβάσεων εργασίας που θέτουν προϋποθέσεις ή ορίζουν διαδικασίες για την καταγγελία της σχέσεως εργασίας των μισθωτών των επιχειρήσεων του άρθρου 19 παρ. 2 του ν. 1264/82 δεν εφαρμόζονται στις προαναφερόμενες περιπτώσεις ».

Άρθρο 15Επιτροπές Προστασίας Συνδικαλιστικών Στελεχών.
"1. Για την ύπαρξη ενός από τους λόγους του άρθρ. 14 παρ. 10πριν από την καταγγελία της σχέσης εργασίας αποφασίζει, κατά πλειοψηφία,επιτροπή, της οποίας η απόφαση υπόκειται σε έφεση και η οποίααποτελείται: α) Από τον πρόεδρο πρωτοδικών της περιφέρειας που παρέχει την εργασίατου ο εργαζόμενος, εφόσον στο Πρωτοδικείο υπηρετούν δυο τουλάχιστονπρόεδροι, ή άλλως από πρωτοδίκη που ορίζεται από τον πρόεδρο με τησειρά του άρθρ. 11 παρ. 3 εδάφ. β' του νόμου αυτού και για ένα χρόνο. β) Από τον αντιπρόσωπο του εμποροβιομηχανικού επιμελητηρίου τηςπεριφέρειας και αν δεν λειτουργεί επιμελητήριο του εμπορικού συλλόγου.Όταν εκδικάζεται υπόθεση που αφορά μισθωτό βιομηχανίας, ο σύνδεσμοςβιομηχάνων, όπου υπάρχει, υποδείχνει έναν εκπρόσωπό του που συμμετέχειστην Επιτροπή αντί του εκπροσώπου του επιμελητηρίου. γ) Από έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων που υποδείχνει η πιοαντιπροσωπευτική τριτοβάθμια οργάνωση. 2. Η έφεση απευθύνεται σε δευτεροβάθμια επιτροπή που είναι και αυτήτριμελής και αποτελείται: α) Από τον αρχαιότερο πρόεδρο πρωτοδικών, αναπληρούμενο από άλλονΠρόεδρο, σε περίπτωση απουσίας, ελλείψεως ή κωλύματός του και μόνο σεπερίπτωση που δεν υπηρετεί άλλος Πρόεδρος προεδρεύει ο αρχαιότεροςπρωτοδίκης, που δεν συμμετέσχε στην πρωτοβάθμια επιτροπή, όταν αυτήέλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση. β) Από έναν αντιπρόσωπο του εμποροβιομηχανικού επιμελητηρίου με τις πιοπάνω διακρίσεις, υποδεικνυόμενο όπως και στην παρ. Ι εδάφ. β' τουάρθρου αυτού. γ) Από έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων, υποδεικνυόμενο όπως και στηνπαρ. Ι εδάφ. γ' του άρθρου αυτού. 3. Τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη της πρωτοβάθμιας επιτροπής δενμπορούν, για τον ίδιο χρόνο, να ορίζονται ή να συμμετέχουν στηδευτεροβάθμια επιτροπή. Κατά τα λοιπά και για τις δύο επιτροπέςεφαρμόζεται το άρθρο 11 παρ. 3 εδάφ. β' του νόμου αυτού, και στην πρώτηεφαρμογή της διάταξης αυτής, η θητεία και των δευτεροβαθμίων επιτροπώνλήγει ταυτόχρονα με τις πρωτοβάθμιες. Η απαρτία και στις δύο επιτροπέςσχηματίζεται από τον Πρόεδρό της και ένα τουλάχιστο μέλος τηςεπιτροπής. 4. Η δευτεροβάθμια επιτροπή επιλαμβάνεται ύστερα από έφεση διαδίκου,που ασκείται μέσα σε πέντε εργάσιμες μέρες από την κοινοποίηση σ' αυτόντης πρωτοβάθμιας απόφασης. 5. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου, κάθε χρόνο, ο πρόεδρος κάθεπρωτοδικείου που θ' αναλάβει τη δευτεροβάθμια επιτροπή καλεί τιςπαραπάνω οργανώσεις να υποδείξουν μέσα στον Ιανουάριο έναν τακτικό καιέναν αναπληρωματικό εκπρόσωπο για το ερχόμενο ημερολογιακό έτος καιγια κάθε μια επιτροπή. Εάν οι παραπάνω οργανώσεις δεν υποδείξουν εκπροσώπους, ο πρόεδροςορίζει μέσα στο πρώτο 10ήμερο του Φεβρουαρίου έναν εργοδότη και έναναναπληρωματικό του και με απόφασή του συγκροτεί και τις δύο ΕπιτροπέςΠροστασίας Συνδικαλιστικών Στελεχών της περιφερείας του. Ένας από τουςυπαλλήλους της δικαστικής γραμματείας ορίζεται γραμματέας για κάθεεπιτροπή. Η κάθε επιτροπή συγκαλείται από τον Πρόεδρό της, ύστερα από αίτηση τουεργοδότη ή έφεση του ενδιαφερόμενου που κατατίθεται στη γραμματείατης, μέσα σε "οκτώ (8)" μέρες από την υποβολή της αίτησης ή της έφεσηςκαι συζητεί την υπόθεση, εφαρμόζοντας ανάλογα τις διατάξεις των άρθρ.739 έως 759 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. "Οι επιτροπές έχουν υποχρέωση να εκδώσουν την απόφασή τους μέσα σεδέκα (10) μέρες από τη μέρα της συζήτησης της υπόθεσης"."

Άρθρο 16Δημοκρατία στους τόπους εργασίας.
1. Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος.Οι εργαζόμενοι και οι συνδικαλιστικές τους οργανώσεις προστατεύονται κατάτην άσκηση κάθε συνδικαλιστικού δικαιώματος και στον τόπο εργασίας. 2. Τα σωματεία δικαιούνται να έχουν πίνακες ανακοινώσεων για τουςσκοπούς τους στους τόπους εργασίας και σε χώρους που συμφωνούν ο κάθεεργοδότης και η διοίκηση του σωματείου. 3. Οι τακτικές ή έκτακτες συνελεύσεις της πιο αντιπροσωπευτικήςσυνδικαλιστικής οργάνωσης συνέρχονται εκτός χρόνου απασχόλησης όπωςαναφέρεται στην παρ. 1 του άρθρου 6 σε κατάλληλο χώρο του τόπουεργασίας, εκτός των χώρων παραγωγής, που είναι υποχρεωμένος να διαθέτειο εργοδότης, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα αυτή και εφόσον η εκμετάλλευσηαπασχολεί τουλάχιστο ογδόντα εργαζομένους. Ο εργοδότης που έχει τηνπαραπάνω υποχρέωση μπορεί εναλλακτικά να παραχωρήσει ή να μισθώσεικατάλληλο χώρο σε ακτίνα μέχρι 1.000 μέτρα από τον τόπο εργασίας. 4. Ο εργοδότης ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός του έχει την υποχρέωση νασυναντάται με τους εκπροσώπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων μετά απόαίτησή τους τουλάχιστο μία φορά το μήνα και να μεριμνά για την επίλυσητων θεμάτων που απασχολούν τους εργαζομένους ή την οργάνωσή τους. 5. Ο εργοδότης του οποίου η εκμετάλλευση απασχολεί περισσότερους απόεκατό (100) εργαζομένους έχει υποχρέωση να διαθέτει κατάλληλο χώρο γιαγραφείο στον τόπο εργασίας στη συνδικαλιστική οργάνωση της επιχείρησηςπου έχει τα περισσότερα μέλη για την εξυπηρέτηση των συνδικαλιστικώνσκοπών της εφόσον ζητηθεί και σύμφωνα με τις δυνατότητές του. 6. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις κάθε βαθμού έχουν δικαίωμα ναδιανέμουν ανακοινώσεις τους μέσα στο χώρο εργασίας εκτός χρόνουαπασχόλησης, όπως αναφέρεται στην παρ. 1 του άρθρου 6. 7. Εκπρόσωποι του διοικητικού συμβουλίου του σωματείου της επιχείρησηςκαι, αν δεν υπάρχει σωματείο, του εργατικού κέντρου της περιοχής,δικαιούνται να παρευρίσκονται κατά την επιθεώρηση που ενεργούν τααρμόδια όργανα του Υπουργείου Εργασίας και να υποβάλλουν τιςπαρατηρήσεις τους. 8. Ο αρμόδιος επιθεωρητής εργασίας αποφαίνεται, αν προκύψει διαφωνίαστις περιπτ. 2,3,5 και 7 του άρθρου αυτού, με αιτιολογημένη απόφασή τουμέσα σε δέκα (10) μέρες από την προσφυγή σ' αυτόν του εργοδότη ή τηςσυνδικαλιστικής οργάνωσης. Εάν ο εργοδότης δεν συμμορφώνεται με τηναπόφαση του επιθεωρητή, αυτός του επιβάλλει για κάθε παράβαση τωνδιατάξεων του άρθρου αυτού και για κάθε άρνηση συμμόρφωσης του εργοδότηπρόστιμο από δρχ. 5.000 μέχρις 100.000 υπέρ της Εργατικής Εστίας πουεισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ. 9. Ο εργοδότης έχει δικαίωμα ν' ασκήσει ανακοπή στο Ειρηνοδικείο τουτόπου της εργασίας κατά της απόφασης επιβολής προστίμου από τονεπιθεωρητή εργασίας. Το Ειρηνοδικείο δικάζει με τη διαδικασία των άρθρ.663 και επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Άρθρο 17Συνδικαλιστικές άδειες.
1. Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να διευκολύνει τα μέλη τωνδιοικητικών συμβουλίων, των ελεγκτικών επιτροπών και τους αντιπροσώπουςτων πρωτοβαθμίων στις δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κατάτην άσκηση των καθηκόντων τους. Την ίδια υποχρέωση έχει για ταδιοικητικά συμβούλια, τις ελεγκτικές επιτροπές και τους αντιπροσώπουςτων δευτεροβαθμίων στις τριτοβάθμιες, όπως και για τα διοικητικάσυμβούλια και τις ελεγκτικές επιτροπές των τριτοβαθμίων οργανώσεων. 2. Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να παρέχει: α) Στα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της πιο αντιπροσωπευτικήςτριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης άδεια απουσίας όσο χρόνο διαρκείη θητεία τους. β) Στα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των πιο αντιπροσωπευτικώνδευτεροβαθμίων οργανώσεων άδεια απουσίας έως 9 μέρες το μήνα και έως 15για τον Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο, Γεν. Γραμματέα και Ταμία. γ) Στους Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο, Γενικό Γραμματέα των πρωτοβάθμιωνσυνδικαλιστικών οργανώσεων άδεια απουσίας έως 5 μέρες το μήνα αν ταμέλη τους είναι 500 και πάνω, και ως τρεις μέρες αν είναι λιγότερα. δ) Στους αντιπροσώπους στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσειςάδεια απουσίας για όλη τη διάρκεια συνεδρίων που συμμετέχουν. 3. Οι αναφερόμενες στην παρ. 2 άδειες απουσίας περιορίζονται σετριάντα (30) μέρες το χρόνο για τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής,αλλιώς του Προεδρείου των μη αντιπροσωπευτικών τριτοβάθμιων οργανώσεωνκαι στο 1/3 του αναφερόμενου στα εδάφ. β' και γ' χρόνου προκειμένου γιατην αμέσως επόμενη, της πιο αντιπροσωπευτικής, οργάνωση. 4. Ο χρόνος απουσίας των εργαζομένων κατά τις διατάξεις τηςπροηγουμένης παραγράφου θεωρείται χρόνος πραγματικής εργασίας για όλατα δικαιώματα που απορρέουν από την εργασιακή και ασφαλιστική σχέσηεκτός από το δικαίωμα λήψεως αποδοχών για τον αντίστοιχο χρόνο. Οι ασφαλιστικές εισφορές συνδικαλιστικών στελεχών για το χρόνο τηςσυνδικαλιστικής άδειας τους καταβάλλονται από την οργάνωσή τους. ( Βλέπε επίσης και άρθρο 6 παρ. 3 ν. 2224/94 που έχει ως εξής: Χορηγούνται συνδικαλιστικές άδειες: α) στα μέλη της Διοίκησης της πλέον αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, β) στον Πρόεδρο των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών, εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτά πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν μέχρι 1500 ψηφίσαντα μέλη, δεκαπέντε (15) ημέρες το μήνα, γ) στον Πρόεδρο των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών, εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτά πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν από 1501 - 10000 ψηφίσαντα μέλη, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία του, δ) στον Πρόεδρο και Γενικό Γραμματέα των Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών, εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτό οργανώσεις έχουν άνω των 10000 ψηφισάντων μελών για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους.Οι μέρες αυτές είναι πληρωμένες. «4. α) Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των υπαλλήλων του άρθρου 30 του ν. 1264/82 (ΦΕΚ 79 Α'). Όπου οι διατάξεις αυτές αναφέρονται σε εργατικά κέντρα καταλαμβάνουν και τα νομαρχιακά τμήματα που υπάγονται στην Α.Δ.Ε.Δ.Υ. β) Το άρθρο 18 του ν. 1264/82 ισχύει τόσον επί των υπαλλήλων των φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός είχε οριοθετηθεί με την παραγρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/82, όσον και επί των μισθωτών των απασχολούμενων με σχέση εξαρτημένης εργασίας στον ιδιωτικό τομέα ».Κάθε άλλη αντίθετη ρύθμιση καταργείται.). 5. Για κάθε διαφωνία σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων αυτού τουάρθρου αποφασίζει, ύστερα από αίτηση της μίας ή της άλλης πλευράς, ηΕπιτροπή του άρθρου 15 αυτού του νόμου.

Άρθρο 18Ρύθμιση συνδικαλιστικών δικαιωμάτων.
1. Οι διατάξεις των άρθρ. 14, 15, 16, 17 αποτελούν ελάχιστασυνδικαλιστικά δικαιώματα. 2. Ρυθμίσεις ευνοϊκότερες για την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών πουέχουν ήδη αποκτηθεί ή θα αποκτηθούν με συμφωνία μισθωτών και εργοδοτώνή με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ή Διαιτητικές Αποφάσεις υπερισχύουν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'ΑΠΕΡΓΙΑ
Άρθρο 19Δικαίωμα απεργίας.
1. Η απεργία αποτελεί δικαίωμα των εργαζομένων που ασκείται απότις συνδικαλιστικές οργανώσεις α) ως μέσο για τη διαφύλαξη και προαγωγή τωνοικονομικών, εργασιακών, συνδικαλιστικών και ασφαλιστικών συμφερόντωντων εργαζομένων και ως εκδήλωση αλληλεγγύης για τους αυτούς σκοπούς καιβ) ως εκδήλωση αλληλεγγύης εργαζόμενων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων πουεξαρτώνται από πολυεθνικές εταιρείες προς εργαζομένους σε επιχειρήσειςή εκμεταλλεύσεις ή στην έδρα της ίδιας πολυεθνικής εταιρείας και εφόσονη έκβαση της απεργίας των τελευταίων θα έχει άμεσες επιπτώσεις σταοικονομικά ή εργασιακά συμφέροντα των πρώτων. Η απεργία στην περίπτ. β' κηρύσσεται μόνο από την πιο αντιπροσωπευτικήτριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση. Για την άσκηση του δικαιώματος της απεργίας απαιτείται προειδοποίησητου εργοδότη ή της συνδικαλιστικής του οργάνωσης 24 τουλάχιστον ώρεςπριν από την πραγματοποίησή της. 2. Η απεργία των εργαζομένων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στοδημόσιο, στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, στα νομικά πρόσωπαδημοσίου δικαίου, στις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινήςωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για τηνεξυπηρέτηση, βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, επιτρέπεται μετάαπό την τήρηση της διαδικασίας των άρθρων 20 παρ. 2 και 21 του παρόντος. Επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία τωνοποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών τουκοινωνικού συνόλου, χαρακτηρίζονται οι επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις: α) Παροχής υγειονομικών υπηρεσιών από νοσηλευτικά εν γένει ιδρύματα. β) Διύλισης και διανομής ύδατος γ) Παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος ή καυσίμου αερίου. δ) Παραγωγής ή διύλισης ακάθαρτου πετρελαίου. ε) Μεταφοράς προσώπων και αγαθών από την ξηρά, τη θάλασσα και τον αέρα. στ) Τηλεπικοινωνιών και ταχυδρομείων, Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης. "ζ) Αποχέτευσης και απαγωγής ακαθάρτων υδάτων και λυμάτων καιαποκομιδής και εναπόθεσης απορριμμάτων". η) Φορτοεκφόρτωσης και αποθήκευσης εμπορευμάτων στα λιμάνια. "θ) Τραπέζης της Ελλάδος, Πολιτικής Αεροπορίας και κάθε είδουςυπηρεσίες ή τμήματα υπηρεσιών που απασχολούνται με την εκκαθάριση καιπληρωμή των μισθών του προσωπικού του κατά το άρθρο 51 του Ν. 1892/1990δημοσίου τομέα".

Άρθρο 20Κήρυξη απεργίας.
1. Η απεργία στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσειςκηρύσσεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης. Για ολιγόωρες στάσεις εφόσον δενπραγματοποιούνται την ίδια μέρα ή μέσα στην ίδια εβδομάδα αρκεί απόφασητου διοικητικού συμβουλίου εκτός αν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά.Η απεργία στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις ευρύτερηςπεριφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης κηρύσσεται με απόφαση τουδιοικητικού συμβουλίου, εκτός αν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά. Η απεργία στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικέςοργανώσεις κηρύσσεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου εκτός εάντο καταστατικό τους ορίζει διαφορετικά. Ενώσεις προσώπων, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 3 περίπτωσηα' υποπερίπτωση γγ, μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα απεργίας ύστερα απόαπόφαση, με μυστική ψηφοφορία, της πλειοψηφίας των εργαζομένων σεεκμετάλλευση, επιχείρηση, δημόσια υπηρεσία, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ. Για τουςεργαζομένους σε εκμετάλλευση, επιχείρηση, δημόσια υπηρεσία, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ,εάν δεν υπάρχει ένωση προσώπων ή επιχειρησιακό σωματείο ή κλαδικόσωματείο με μέλη τους περισσότερους από αυτούς, την απόφαση για απεργίαμπορεί να πάρει το πιο αντιπροσωπευτικό Εργατικό Κέντρο της περιοχής πουεργάζονται. Εργαζόμενοι του κλάδου ή της επιχείρησης που δεν είναι μέλη τηςσυνδικαλιστικής οργάνωσης που κήρυξε απεργία μπορούν να λάβουν μέροςσ' αυτή. 2. Προκειμένου για εργαζόμενους του άρθρου 19 παρ. 2 κήρυξη απεργίαςδεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πριν περάσουν τέσσερις (4) πλήρεις ημέρεςαπ' τη γνωστοποίηση των αιτημάτων και των λόγων που τα θεμελιώνουν μεέγγραφο που κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στον εργοδότη ή στουςεργοδότες, στο Υπουργείο το οποίο ασκεί τη σχετική εποπτεία και στοΥπουργείο Εργασίας. Η απεργία δεν μπορεί ν' αφορά αιτήματα διάφορα από εκείνα πουγνωστοποιήθηκαν.

Άρθρο 21Προσωπικό Ασφαλείας.
"1. Κατά τη διάρκεια της απεργίας η συνδικαλιστική οργάνωση, ηοποία την κηρύσσει, έχει υποχρέωση να διαθέτει το αναγκαίο προσωπικό γιατην ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την πρόληψηκαταστροφών και ατυχημάτων. 2. Στις υπηρεσίες, οργανισμούς και επιχειρήσεις που αναφέρονται στοάρθρο 19 παρ. 2 του ν. 1264/1982, όπως συμπληρώθηκε με τις παραγράφους1 και 2 του άρθρου 3 και του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 1915/1990 τωνοποίων η λειτουργία έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικώναναγκών του κοινωνικού συνόλου, πέραν του προσωπικού ασφαλείας τηςπροηγούμενης παραγράφου διατίθεται και προσωπικό για την αντιμετώπισηστοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια τηςαπεργίας. 3. Το διατιθέμενο προσωπικό των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτούπαρέχει τις υπηρεσίες του κάτω από τις οδηγίες του εργοδότη, προςεκπλήρωση των σκοπών για τους οποίους διατίθεται. 4. Το προσωπικό των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου καθορίζεται μεειδική συμφωνία μεταξύ της αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσηςστην επιχείρηση και της διοίκησης της επιχείρησης. Η πλέοναντιπροσωπευτική είναι η συνδικαλιστική οργάνωση, η οποία έχει ως μέλητους εργαζόμενους, που προέρχονται από όλους τους κλάδους τηςεπιχείρησης. Αν στην επιχείρηση υπάρχουν περισσότερες συνδικαλιστικές οργανώσεις,αντιπροσωπευτικότερη είναι εκείνη που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο αριθμόμελών, που ψήφισαν κατά τις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξηδιοίκησης, ανεξάρτητα από τις ειδικότητες των εργαζομένων που είναιμέλη της. Οι λοιπές συνδικαλιστικές οργανώσεις δικαιούνται να παρέμβουν στιςδιαπραγματεύσεις και τις λοιπές διαδικασίες. 5. Για τις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας πέραν τουπροσωπικού της παρ. 2 με την ίδια συμφωνία είναι δυνατόν νακαθορίζονται οι συγκεκριμένες ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, τιςοποίες πρέπει να καλύπτει η επιχείρηση σε περίπτωση απεργίας και οισυνέπειες για την παραβίαση της συμφωνίας. Κριτήρια για τα θέματα αυτάαποτελούν το είδος και η κοινωνική κρισιμότητα των υπηρεσιών καιαγαθών, που παρέχει η επιχείρηση και η ανάγκη διασφάλισης της άσκησηςτου δικαιώματος της απεργίας. 6. Η συμφωνία καταρτίζεται με απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ τωνμερών. Έως την 5η Νοεμβρίου κάθε ημερολογιακού έτους ένα από ταενδιαφερόμενα μέρη καλεί το άλλο σε διαπραγμάτευση με εξώδικη κλήση,στην οποία περιέχεται υποχρεωτικά η πρόταση για καθορισμό τουπροσωπικού των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου. Η κλήση επιδίδεταιμε δικαστικό επιμελητή και κατά τον ίδιο τρόπο κοινοποιείται στοΥπουργείο Εργασίας. 7. Η συμφωνία καταρτίζεται το αργότερο έως τις 25 Νοεμβρίου κάθεημερολογιακού έτους και κατατίθεται στην αρμόδια υπηρεσία τουΥπουργείου Εργασίας, μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την υπογραφήτης. Η συμφωνία αυτή ισχύει ολόκληρο το ημερολογιακό έτος πουακολουθεί. 8. Εάν δεν τηρηθεί η διαδικασία της παρ. 5 αυτού του άρθρου ή αν ησυμφωνία δεν καταρτισθεί έως την 25η Νοεμβρίου ή δεν κατατεθεί στοΥπουργείο Εργασίας μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παρ. 5 τουάρθρου αυτού τα μέρη υποχρεούνται να προσφύγουν στη διαδικασία τηςμεσολάβησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 1876/1990(ΦΕΚ 27 Α'). Η μεσολάβηση πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες απότην ανάληψη των καθηκόντων του μεσολαβητή. Εάν η μεσολάβηση δεν καταλήξει σε συμφωνία κάθε ενδιαφερόμενη πλευράέχει δικαίωμα να παραπέμψει το θέμα στην επιτροπή του άρθρου 15 του ν.1264/1982, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 25 του ν. 1545/1985. 9. Όλα τα ζητήματα των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 αυτού του άρθρουμπορούν να ρυθμίζονται και με συλλογικές συμβάσεις εργασίας για όλεςτις επιχειρήσεις ανεξάρτητα από το δημόσιο ή μη χαρακτήρα τους και τηνυπαγωγή τους ή μη στην κοινή ωφέλεια".2. Η πρώτη εφαρμογή της διαδικασίας των παραγράφων 5, 6 και 7 αυτού του άρθρου για την κατάρτιση ειδικής συμφωνίας για το προσωπικό των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου αρχίζει από την 1η Οκτωβρίου 1994.

Άρθρο 22Απαγόρευση προσλήψεων απεργοσπαστών
Απαγόρευση ανταπεργίας-νομιμότητα απεργίας 1. Απαγορεύεται κατά τη διάρκεια νόμιμης απεργίας η πρόσληψηαπεργοσπαστών. 2. Απαγορεύεται η ανταπεργία (λόκ-άουτ). 3. Δεν επιτρέπεται η δικαστική απαγόρευση απεργίας με ασφαλιστικάμέτρα. 4. Για διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ.19-22 αποφασίζει "ο πρόεδρος πρωτοδικών" της έδρας της συνδικαλιστικήςοργάνωσης που έχει κηρύξει την απεργία, κατά τη διαδικασία των άρθρων663 έως 676 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Σε επείγουσες περιπτώσεις οι πρόεδροι των αρμοδίων πρωτοβαθμίων καιδευτεροβαθμίων δικαστηρίων προσδιορίζουν σύντομη δικάσιμη καισυντέμνουν τις προθεσμίες επίδοσης των δικογράφων, ώστε η συζήτηση ναπραγματοποιηθεί μέσα σε "τρεις (3)" ημέρες από την κατάθεσή τους,ανεξάρτητα από τον αριθμό των υποθέσεων που εκκρεμούν. "Για την έφεση αποφασίζει ο πρόεδρος εφετών κατά τα οριζόμεναστο άρθρ. 674 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας". Η προθεσμία της έφεσης είναι τρεις (3) ημέρες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 23Ποινικές διατάξεις, Υποχρέωση απασχόλησης ακύρως απολυθέντος.
1. Ο εργοδότης και οι εκπρόσωποί του, ως και οποιοσδήποτετρίτος, που παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 και 3 του νόμου αυτού,τιμωρούνται με φυλάκιση ή και με χρηματική ποινή μέχρι 5.000.000δραχμών και εφόσον δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή από άλλη διάταξη. 2. Ο εργοδότης και οι εκπρόσωποί του, που παραβαίνουν τις διατάξεις τουάρθρ. 14 παρ. 5, 8 και 9 ή που αρνούνται την πραγματική απασχόλησηεργαζομένου που η απόλυσή του έχει κριθεί άκυρη με δικαστική απόφαση ήπου αρνούνται την επαναπρόσληψη και πραγματική απασχόληση τωνεργαζομένων που αναφέρονται στο άρθρ. 24, τιμωρούνται με φυλάκιση ή καιμε χρηματική ποινή μέχρις 1.000.000 δρχ. για κάθε παράβαση ή άρνηση. 3. Οποιοσδήποτε παραποιεί ή νοθεύει το αποτέλεσμα εκλογών για τηνανάδειξη συλλογικών οργάνων ή αντιπροσώπων οποιασδήποτε συνδικαλιστικήςοργάνωσης τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστο τριών μηνών και εάνπρόκειται για μέλος εφορευτικής επιτροπής με φυλάκιση τουλάχιστο έξημηνών. 4. Όποιος χρησιμοποιεί την επωνυμία ή αντιποιείται την εκπροσώπησησυνδικαλιστικής οργάνωσης χωρίς δικαίωμα, για δικό του όφελος,τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους, αν η πράξη δεν τιμωρείταιβαρύτερα από άλλη διάταξη. 5. Όποιος εμποδίζει με σωματική ή ψυχολογική βία τις συνεδριάσεις τηςδιοίκησης ή τις συνελεύσεις μελών συνδικαλιστικών οργανώσεων τιμωρείταιμε φυλάκιση μέχρις ενός έτους, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα απόάλλη διάταξη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 24Αποκατάσταση συνδικαλιστών.
1. Μέλη διοικήσεων ως και ιδρυτικά μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων μέσαστα όρια των παρ. 6 και 8 του άρθρ. 14 που έχουν απολυθεί μετά την ισχύτου νόμου 330/1976 επαναπροσλαμβάνονται στην επιχείρηση, η οποία έχεικαταγγείλει τη σύμβαση εργασίας τους, χωρίς άλλη διατύπωση. Η διάταξη του εδαφ. α' δεν εφαρμόζεται εάν η καταγγελία της σύμβασηςέγινε για παράβαση ποινικού νόμου, εκτός των διατάξεων του νόμου330/1976 και του άρθρου 332 Π.Κ., για την οποία έχει εκδοθεί δικαστικήαπόφαση. 2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 εφαρμόζεται και για τους εργαζόμενους τωνοποίων οι συμβάσεις εργασίας έχουν καταγγελθεί κατά τις διατάξεις τουάρθρου 38 του Ν. 330/1976 εφόσον ήσαν άνεργοι κατά την 1.4.1982 καιεξακολουθούν ή κατέστησαν άνεργοι μέχρι τη δημοσίευση αυτού του νόμου,χωρίς υπαιτιότητά τους ή η εργασία τους μειονεκτεί σοβαρά σε σχέση μεεκείνη από την οποία απολύθηκαν. 3. Εργαζόμενοι, των οποίων οι συμβάσεις εργασίας έχουν καταγγελθεί μετάτην ισχύ του νόμου 330/1976, ένα μήνα πριν κηρυχθεί η απεργία, κατά τηδιάρκειά της και μέσα σε δύο μήνες μετά από τη λήξη της απεργίας στηνοποία έλαβαν μέρος στην Επιχείρηση ή τον κλάδο απασχόλησής τουςεπαναπροσλαμβάνονται στην επιχείρηση, η οποία έχει καταγγείλει τησύμβαση εργασίας τους, χωρίς άλλη διατύπωση, εφόσον ήσαν άνεργοι κατάτην 1.4.1982 και εξακολουθούν ή κατέστησαν άνεργοι μετά τη δημοσίευσηαυτού του νόμου χωρίς υπαιτιότητά τους ή η εργασία τους μειονεκτείσοβαρά σε σχέση με εκείνη από την οποία απολύθηκαν. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται εάν έχει κριθεί με δικαστική απόφαση ότιη απόλυση δεν έγινε για συνδικαλιστικούς λόγους ή αν πρόκειται γιαεποχιακά απασχολούμενους, όπως αυτό προκύπτει από τη φύση τηςπαραγωγικής λειτουργίας της επιχείρησης. Η διάταξη του εδάφ. β' της παρ. 1 ισχύει και στις περιπτώσεις τηςπαραγράφου αυτής. 4. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται οι παρ. 1, 2 και 3 εδάφ. γ' αν έχειεκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση σε βάρος του εργαζομένου ηεπαναπρόσληψη έχει την έννοια αναγκαστικής σύναψης νέας σύμβασηςεργασίας αορίστου χρόνου. 5. Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να επαναπροσλάβει τον εργαζόμενο πουέχει απολυθεί κατά τις παρ. 1, 2 και 3 και εφόσον ο εργαζόμενος τουκοινοποιήσει σχετική έγγραφη δήλωση με δικαστικό επιμελητή μέσα σεανατρεπτική προθεσμία 60 ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Ηπροθεσμία αυτή αρχίζει μετά το τέλος της εκκρεμούς ποινικής δίκης γιατις περιπτώσεις των παρ. 1 εδάφ. β' και 3 εδάφ. γ' του άρθρου αυτού. 6. Αν οι εργαζόμενοι που θα υποβάλλουν τη δήλωση επαναπρόσληψης τηςπαρ. 4 υπερβαίνουν το 5% αλλά όχι το 10% των απασχολουμένων στηνεπιχείρηση, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να τους επαναπροσλάβειισομερώς κατά μήνα μέσα σ' ένα εξάμηνο από το τέλος της προθεσμίαςυποβολής της παραπάνω δήλωσης. Αν υπερβαίνουν το 10% και για το ποσοστόπέραν του 10% και μέχρι 20% προσλαμβάνονται ισομερώς κατά μήνα μέσα στονεπόμενο χρόνο. Η πρόσληψη γίνεται με τη σειρά υποβολής της παραπάνωδήλωσης και με προτίμηση των εργαζομένων της παρ. 1, στη συνέχεια τηςπαρ. 2 και τέλος της παρ. 3, και μέσα σε κάθε ομάδα με προτίμηση όσωνείχαν μεγαλύτερη προϋπηρεσία στην επιχείρηση. Εκείνοι που δενκαλύπτονται από τα παραπάνω ποσοστά έχουν δικαίωμα προτίμησης σεμελλοντικές τυχόν προσλήψεις. Αποζημιώσεις που έχουν τυχόν καταβληθεί δεν επιστρέφονται από τουςεπαναπροσλαμβανόμενους. 7. Για διαφορές που προκύπτουν σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεωντου άρθρου αυτού, αποφασίζει το Μονομελές Πρωτοδικείο είτε του τόπουτης έδρας της επιχείρησης είτε του τόπου παροχής της εργασίας με τηδιαδικασία των άρθρων 663 - 676 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 22 εφαρμόζονταιανάλογα. 8. Στις περιπτώσεις της παρ. 6 αν η επιχείρηση που υποχρεώνεται στηνεπαναπρόσληψη βρίσκεται σε προφανή οικονομική αδυναμία ν' αντιμετωπίσειτις πρόσθετες δαπάνες από τις επαναπροσλήψεις μπορεί να υπαχθεί μεαπόφαση του Υπουργού Εργασίας στα προγράμματα του ΟΑΕΔ για τηνεπιδότηση δημιουργίας νέων θέσεων απασχόλησης, με βάση τους όρους καιύστερα από τη διαδικασία που ορίζει το κάθε πρόγραμμα.

Άρθρο 25Εγγραφές μελών - Εκκαθάριση μητρώων.
1. Επί ένα χρόνο από τη δημοσίευση αυτού του νόμου εάν το όργανο που είναι αρμόδιο κατά το καταστατικό της ή με εξουσιοδότηση του οργάνουαυτού το Προεδρείο της ν' αποφασίσει την εγγραφή μελών σε οποιαδήποτεοργάνωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 δεν δεχτεί την αίτηση τουεργαζομένου ή της οργάνωσης που θέλει να εγγραφεί ή μέσα σε 10 μέρεςαπό την υποβολή της για πρωτοβάθμια οργάνωση και 20 μέρες γιαδευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια δεν έχει γνωστοποιηθεί η απόφαση για τηναποδοχή ή απόρριψη της αίτησης στον αιτούντα, αυτός έχει δικαίωμα ναπροσφύγει στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο και να ζητήσει την εγγραφή κατά τηδιαδικασία των άρθρων 663 και επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Οι λοιπές διατάξεις της παρ. 6 και η παρ. 7 του άρθρ. 7 εφαρμόζονταιανάλογα. Η προθεσμία της παρ. 7 του άρθρου 7 ορίζεται σε 45 μέρες για τιςπρωτοβάθμιες και 75 μέρες για τις λοιπές οργανώσεις. Οι διατάξεις του άρθρου 22 παρ. 4 εφαρμόζονται ανάλογα. 2. Ένα τουλάχιστο μήνα πριν από την πρώτη μετά την έναρξη εφαρμογήςαυτού του νόμου συνέλευση κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης, η διοίκησητης οφείλει να προβεί στην εκκαθάριση του μητρώου των μελών της σύμφωναμε όσα ορίζονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρ. 7 και 2 και 3 του άρθρου 28του νόμου αυτού. Για την περίπτωση μη συμμόρφωσης της διοίκησης ως καιγια διαφορές που μπορεί να προκύψουν αποφασίζει το αρμόδιο Ειρηνοδικείοκαι εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 7 και 22 παρ. 4του νόμου αυτού.

Άρθρο 26Άμεση εφαρμογή αναλογικής.
1. Η Συνέλευση των μελών κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης μπορεί νααποφασίσει την άμεση εφαρμογή των σχετικών με τις εκλογές διατάξεων τουνόμου αυτού. Η συνέλευση, που θα αποφασίσει σχετικά και σε καταφατικήπερίπτωση θα προχωρήσει στην εκλογή εφορευτικής επιτροπής και στησυνέχεια στην εκλογή του διοικητικού συμβουλίου, της ελεγκτικήςεπιτροπής και αντιπροσώπων, συγκαλείται ύστερα από έγγραφη αίτηση του1/10 των μελών της προς το αρμόδιο για τη σύγκλησή της όργανο σύμφωναμε το καταστατικό της οργάνωσης. Αν σε 15 μέρες δεν γνωστοποιηθεί στον πρώτο από τους αιτούντες μεέγγραφο του αρμοδίου οργάνου η αποδοχή της αίτησης ή δεν κοινοποιηθείκαι δημοσιευθεί, όπως ορίζεται στην παρ. 4 αυτού του άρθρου, ηπρόσκληση για συνέλευση, το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας τηςοργάνωσης εξουσιοδοτεί τους αιτούντες ή ορισμένους από αυτούς καιύστερα από αίτησή τους που συζητείται με τη διαδικασία των άρθρων 739και επ. του Κ.Πολ.Δ. να συγκαλέσουν αυτοί τη Γενική Συνέλευση καιρυθμίζει την προεδρία της. Η Συνέλευση αποφασίζει με σχετική πλειοψηφία των παρόντων μελών της καιμε τις απαρτίες που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 8 του νόμουαυτού χωρίς την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρ. 99 του Αστικού Κώδικα. 2. Αν η Συνέλευση αποφασίσει αρνητικά συνεχίζεται κανονικά η θητείατων οργάνων με την επιφύλαξη του άρθρου 9 παράγραφος 1 εδάφιο β'. Αν πρόκειται για συνέλευση πρωτοβάθμιας οργάνωσης, στην περίπτωση αυτή,αμέσως μετά την ανακοίνωση της αρνητικής της απόφασης καλείται από τονπρόεδρό της ν' αποφασίσει εάν θ' αντιπροσωπευθεί στην τριτοβάθμιαοργάνωση δια μέσου του Εργατικού Κέντρου ή της Ομοσπονδίας που τυχόνανήκει. Η παρ. 2β του άρθρου 10 εφαρμόζεται κατά τα λοιπά αναλόγως. Σε περίπτωση που δεν πραγματοποιηθεί η Συνέλευση των μελών σύμφωνα μετη διαδικασία της παρ. 1, η διοίκηση της πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικήςοργάνωσης συγκαλεί τη Συνέλευση, η οποία αποφασίζει εάν θααντιπροσωπευθεί στην τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση δια μέσου τουΕργατικού Κέντρου ή της Ομοσπονδίας. Η παρ. 2β του άρθρου 10 εφαρμόζεταικαι στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής. 3. Οι διατάξεις της παρ. 1 εφαρμόζεται για τις πρωτοβάθμιεςσυνδικαλιστικές οργανώσεις μετά τέσσερις μήνες, για τις δευτεροβάθμιεςμετά επτά μήνες και για τις τριτοβάθμιες μετά εννέα μήνες από τηδημοσίευση του νόμου. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και αν συντρέχουν σπουδαίοι λόγοιμπορεί να καθορίζεται χρόνος έναρξης των παραπάνω προθεσμιών έξη μηνώναντί τεσσάρων για τις πρωτοβάθμιες οργανώσεις, εννέα μηνών αντί επτάγια τις δευτεροβάθμιες οργανώσεις και δώδεκα μηνών αντί εννέα για τιςτριτοβάθμιες οργανώσεις ή ορισμένες εξ αυτών. 4. Προκειμένου για πρωτοβάθμιες οργανώσεις με περισσότερα από 200 μέληκαι επί ένα χρόνο από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, οι υπεύθυνοι γιατην σύγκληση συνελεύσεων οφείλουν, εκτός από άλλη τυχόν πρόβλεψη τουκαταστατικού και πριν από 20 τουλάχιστο μέρες, να δημοσιεύσουν σε μίαημερήσια και αν δεν υπάρχει σε μια εβδομαδιαία εφημερίδα του τόπου τηςέδρας της οργάνωσης και να κοινοποιήσουν με δικαστικό επιμελητή στιςυπερκείμενες οργανώσεις πρόσκληση προς τα μέλη τους για τη συνέλευση,που θα πραγματοποιηθεί με σημείωση για τον ακριβή τόπο και χρόνο και τοσκοπό της. Αν δεν γίνουν η δημοσίευση και οι κοινοποιήσεις της πρόσκλησης αυτής, ησυνέλευση είναι άκυρη. Στην περίπτωση αυτή, το Μονομελές Πρωτοδικείο με αίτηση του 1/20 τωνμελών της οργάνωσης αποφασίζει όπως ορίζεται στην παρ. 1. 5. Για το πρώτο μετά την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου συνέδριο κάθετριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, μπορεί η διοίκησή της ναζητήσει από τις δευτεροβάθμιες οργανώσεις της δύναμής της νααντιπροσωπευτούν σ' αυτό με αντιπροσώπους που η εκλογή τους θα έχειπραγματοποιηθεί το πολύ ενάμισι χρόνο πριν από την ημέρα έναρξης τουσυνεδρίου. Η απόφαση αυτή πρέπει να ανακοινωθεί στις δευτεροβάθμιεςοργανώσεις το λιγότερο τρεις μήνες πριν από την αποφασισμένη ημερομηνίατου συνεδρίου.

Άρθρο 27Διάλυση ΟΔΕΠΕΣ.
1. Ο Οργανισμός Διαχειρίσεως Ειδικών Πόρων Εργασιακών Σωματείων(ΟΔΕΠΕΣ) καταργείται όπως και το Ν.Δ. 891/1971 "περί οικονομικήςυποβοηθήσεως εργασιακών σωματείων και ενώσεων". Η τύχη της περιουσίαςτου καταργουμένου ΟΔΕΠΕΣ διέπεται αποκλειστικά από τις επόμενεςδιατάξεις. 2. Από τη δημοσίευση αυτού του νόμου όλα τα δικαιώματα και οιυποχρεώσεις του ΟΔΕΠΕΣ αναλαμβάνονται από την Εργατική Εστία χωρίς άλληδιατύπωση. Η Εργατική Εστία εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του ΟΔΕΠΕΣ προς τιςσυνδικαλιστικές οργανώσεις με τη διαδικασία και τους όρους του Π.Δ/τος901/1976 "περί αντικαταστάσεως των διατάξεων του Π.Δ. 189/1975 και περίτης οικονομικής ενισχύσεως των επί τη βάσει του Νόμου 89/1975ανασυσταθέντων εργατοϋπαλληλικών επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων"που εξακολουθεί να ισχύει μέχρι και τρεις (3) μήνες από την κατάρτισητης Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας ή την έκδοση της όμοιαςέκτασης απόφασης διαιτησίας ή του Π.Δ/τος που αναφέρονται στο άρθρο 6του νόμου αυτού. Για το σκοπό αυτό το προσωπικό του ΟΔΕΠΕΣ συνεχίζει ναπαρέχει τις υπηρεσίες του στην Εργατική Εστία μέχρι την ολοκλήρωση τωνδιαδικασιών και των ρυθμίσεων της παρ. 3. Ειδικά για τις οικονομικέςενισχύσεις του έτους 1982 οι προθεσμίες της παρ. 1 περίπτ. δ' του άρθρ.1 του Π.Δ/τος 901/1976 παρατείνονται μέχρι 31.8.1982. 3. Όλοι οι εργαζόμενοι, μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, στονΟΔΕΠΕΣ, μπορεί να ενταχθούν, ύστερα από αίτησή τους και απόφαση τουδιοικητικού συμβουλίου της Εργατικής Εστίας που εγκρίνεται από τονΥπουργό Εργασίας, ανεξάρτητα από το όριο ηλικίας τους, σε αντίστοιχεςπροσωρινές θέσεις που θα συσταθούν στην Εργατική Εστία, ανάλογα με τιςανάγκες της. Με Π.Δ/γμα, που θα εκδοθεί με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας τηςΚυβέρνησης, Οικονομικών και Εργασίας, θα καθορισθούν οι λεπτομέρειεςτης ένταξης, οι κλάδοι και οι βαθμοί των θέσεων που θα συσταθούν καθώςκαι τα τυπικά προσόντα διορισμού του προσωπικού που θα ενταχθεί. Ειδικά για το προσωπικό του ΟΔΕΠΕΣ, ως προϋπηρεσία για την ένταξηαναγνωρίζεται και αυτή που διανύθηκε στον ΟΔΕΠΕΣ. Κανένας από τους παραπάνω εργαζόμενους, που εντάσσεται στην ΕργατικήΕστία σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, δεν λαμβάνει συνολικάαποδοχές λιγότερες από εκείνες που ελάμβανε πριν από την ένταξή του. Σεπερίπτωση επί πλέον διαφοράς, αυτή διατηρείται σαν προσωρινό επίδομαμέχρι την κάλυψή του.Οι εργαζόμενοι στον ΟΔΕΠΕΣ, που για οποιοδήποτε λόγο δεν θα ενταχθούν ωςμόνιμοι, σύμφωνα με τα παραπάνω είναι δυνατόν ύστερα από αίτησή τους μεαπόφαση του Δ.Σ. της Εργατικής Εστίας που εγκρίνεται από τον ΥπουργόΕργασίας να συνεχίσουν την απασχόλησή τους στην Εργατική Εστία με τησχέση και τους όρους που εργάζονται σ' αυτόν. Στους υπόλοιπους ηΕργατική Εστία οφείλει τις νόμιμες αποζημιώσεις σαν να είχε καταγγελθείη σύμβαση εργασίας τους και είχαν απολυθεί κατά τη δημοσίευση τουπαραπάνω Π.Δ/τος.

Άρθρο 28Λοιπές μεταβατικές διατάξεις.
1. Μέχρις εκδόσεως του κατά την παρ. 2 του άρθρου 29 εκλογικούσυνδικαλιστικού βιβλιαρίου ο εργαζόμενος μέλος συνδικαλιστικήςοργάνωσης χρησιμοποιεί το ασφαλιστικό βιβλιάριο υγείας όπου γίνονταιόλες οι εγγραφές που καθορίζει το άρθρο 13 παρ.1. 2. Εργαζόμενος που είναι μέλος σε περισσότερα από δύο σωματεία κατά τηδιάκριση της παρ. 1 του άρθρου 7 υποχρεούται μέσα σε 2 μήνες από τηδημοσίευση του νόμου αυτού να επιλέξει τις οργανώσεις στις οποίες θαείναι μέλος και να ζητήσει τη διαγραφή του από τις λοιπές, Μετά την παραπάνω προθεσμία αν υπάρχουν πολλές εγγραφές είναι έγκυρεςμόνο οι δύο πρώτες κατά σειρά εγγραφής και με την διάκριση της παρ. 1του άρθρου 7. Τυχόν ωφελήματα από ασφαλιστική ή υγειονομική κάλυψη που απολαμβάνουνμέλη σωματείου, από τη δύναμη του οποίου είτε διαγράφονται είτεαποχωρούν ύστερα από την παραπάνω ρύθμιση, δε θίγονται. 3. Όσα αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου αυτού ισχύουν ανάλογα για τιςπρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες οργανώσεις, σε σχέση με όσα αναφέρονταιστις παρ. 2 και 3 του άρθρου 7. 4. Ποινές που έχουν επιβληθεί για πράξεις που πρόβλεπε και τιμωρούσε οΝ. 330/1976 και που δεν θεωρούνται αξιόποινες με το νόμο αυτόδιαγράφονται από τα ποινικά μητρώα με φροντίδα του αρμόδιου Εισαγγελέα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 29
1.. Με Π..Δ/τα που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εργασίας καιΔικαιοσύνης ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες α) της τήρησης του ειδικού βιβλίου και του φακέλου συνδικαλιστικών οργανώσεων ως και της χορήγησης αντιγράφων των εγγράφων και των βεβαιώσεων που προβλέπονταιστο άρθρο 2, β) της τήρησης των βιβλίων των συνδικαλιστικών οργανώσεων πουπροβλέπονται στο άρθρο 3. 2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, μετά γνώμη της πιοαντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας οργάνωσης της χώρας, καθορίζεται ηδιαδικασία εκδόσεως, το σχήμα και τα λοιπά στοιχεία του συνδικαλιστικούεκλογικού βιβλιαρίου καθώς και οι εγγραφές που γίνονται σ' αυτό. 3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας ρυθμίζεται ο τρόπος και το ύψος τηςαμοιβής των δικαστικών αντιπροσώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι'
Άρθρο 30Συνδικαλιστικές ελευθερίες και δικαιώματα δημοσίων υπαλλήλων.
1. Ο νόμος αυτός, όπως είναι, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 14 παρ. 3-10, 16 παρ. 7-9, 22 παρ. 1 και 2, 24 και 27, εφαρμόζεται με τιςειδικές ρυθμίσεις που προβλέπονται παρακάτω ανάλογα και στους έμμισθουςπολιτικούς υπαλλήλους του Δημοσίου, όπως και στους μόνιμους ή με θητείαυπαλλήλους των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των ΑνωτάτωνΕκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, των εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων ΔημοσίουΔικαίου και λοιπών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, ακόμη δε καιστους υπαλλήλους με σχέση ιδιωτικού δικαίου που κατέχουν οργανικέςθέσεις, σύμφωνα με το άρθρο 103 παρ. 3 του Συντάγματος. 2. Για την επέκταση της κατά την προηγούμενη παράγραφο εφαρμογής, ωςεργαζόμενοι λογίζονται και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Όπου στον παρόντανόμο αναφέρονται οι λέξεις εργοδότης, επιχείρηση, εκμετάλλευση, με τονόρο αυτό νοούνται και το Δημόσιο και τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα με τιςαρμόδιες υπηρεσίες τους. Όπου γίνεται λόγος για Εργατικό Κέντρο, ημνεία δεν αφορά τους δημοσίους υπαλλήλους. 3. Δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις των δημοσίων υπαλλήλωνείναι: α) Οι ομοσπονδίες των κατά κλάδους ή ειδικότητες σωματείων, πουτα μέλη τους υπάγονται οργανικά σε ένα ή και σε περισσότερα Υπουργεία ήτα Ν.Π.Δ.Δ. της παρ. 1 του παρόντος και β) οι ομοσπονδίες σωματείων πουτα μέλη τους υπάγονται οργανικά στο ίδιο Υπουργείο ή στα κατά τηνπαράγραφο 1 του παρόντος άρθρου Ν.Π.Δ.Δ. ή ομάδα Ν.Π.Δ.Δ. που τελεί υπότην εποπτεία του ίδιου Υπουργείου. Όπου υπάλληλοι ενός Υπουργείου ανήκουν σε μία και ενιαίασυνδικαλιστική οργάνωση του Υπουργείου αυτού, με περισσότερους κλάδους,η οργάνωσή τους θεωρείται, για το λόγο αυτό, και σαν δευτεροβάθμια. Κάθε πρωτοβάθμια οργάνωση μπορεί να γίνει μέλος σε μία μόνοδευτεροβάθμια, εφόσον δεν υπάρχει άλλη οργάνωση. Σε περίπτωση που πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση ανήκει σεπερισσότερες από μία δευτεροβάθμια οργανώσεις υποχρεούται, στην πρώτηγενική συνέλευση των μελών της, που θα συγκληθεί μετά την ισχύ τουνόμου αυτού, να αποφασίσει, σε ποια δευτεροβάθμια (ομοσπονδία) θαπαραμείνει ει ως μέλος της. 4. Κάθε υπάλληλος, από το διορισμό του, μπορεί να γίνει μέλος μόνομίας συνδικαλιστικής οργάνωσης των κατά κλάδους ή ειδικότητεςδιαρθρωμένων και μιας οργάνωσης του χώρου εργασίας, αφού καταβάλει τηνορισμένη από το καταστατικό συνδρομή. Εκτός των άλλων περιπτώσεων πουτυχόν ορίζει το καταστατικό της οργάνωσής του, ο υπάλληλος διαγράφεταιαπό μέλος αυτής, από το χρονικό σημείο της λύσης της υπαλληλικήςσχέσης, καθώς και αν δεν πήρε μέρος στις δύο τελευταίες εκλογές, γιατην ανάδειξη της διοίκησης. 5. Με την επιφύλαξη του άρθρου 11 του Ν. 1256/1982 "για την πολυθεσία,την πολυαπασχόληση και την καθιέρωση ανωτάτου ορίου απολαβών στοδημόσιο τομέα καθώς και για το Ελεγκτικό Συνέδριο, το Νομικό Συμβούλιοτου Κράτους και άλλες διατάξεις", δεν επιτρέπεται η μετάθεση των κατάτην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δημοσίων υπαλλήλων, που είναι μέληδιοικητικών συμβουλίων ή προσωρινών διοικήσεων πρωτοβάθμιωνσυνδικαλιστικών οργανώσεων, εφ' όσον αυτές ανήκουν σε δευτεροβάθμιεςμέλη τριτοβάθμιων οργανώσεων, χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση των ίδιωντων υπαλλήλων και της συνδικαλιστικής τους οργάνωσης. Κατά τον ίδιο τρόπο προστατεύονται και τα μέλη των διοικήσεων τωνδευτεροβάθμιων και των τριτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων. 6. Η επιτροπή του άρθρου 15 του νόμου αυτού όταν πρόκειται γιαδημοσίους υπαλλήλους αποτελείται: α) Από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών της περιφέρειας όπου παρέχει τιςυπηρεσίες του ο υπάλληλος ή Πρωτοδίκη ή Ειρηνοδίκη που ορίζεται απ'αυτόν, με την αναφερόμενη στο άρθρο 11 σειρά, για ετήσια θητεία. β) Από έναν υπάλληλο, που ορίζει ο Υπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως,ύστερα από συνεννόηση με τον κατά περίπτωση αρμόδιο Υπουργό. γ) Από έναν εκπρόσωπο των υπαλλήλων, που υποδεικνύει η πιοαντιπροσωπευτική τριτοβάθμια οργάνωση της χώρας. 7. Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 19 του νόμου αυτού εφαρμόζεται καιγια το δικαίωμα απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων. Ο χρόνος της απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων θεωρείται ως χρόνοςπραγματικής δημοσίας υπηρεσίας, χωρίς όμως να καταβάλλονται οι αποδοχέςτου χρόνου απεργίας. 8. α) Προκειμένου για δημοσίους υπαλλήλους της παραγράφου 1 τουπαρόντος άρθρου, κήρυξη της απεργίας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πρινπεράσουν τέσσερις (4) πλήρεις μέρες, από τη γνωστοποίηση των αιτημάτωνκαι των λόγων που τα θεμελιώνουν, με έγγραφο που κοινοποιείται, μεδικαστικό επιμελητή, στο Υπουργείο Προεδρίας Κυβερνήσεως, στο ΥπουργείοΟικονομικών, στο Υπουργείο που υπάγονται οι υπάλληλοι αυτοί, καθώςεπίσης και στις διοικήσεις των φορέων που εποπτεύονται απ' αυτό, ότανπρόκειται για απεργία υπαλλήλων τους. β) Η απεργία κηρύσσεται από δευτεροβάθμιες ή τριτοβάθμιες οργανώσειςμετά από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης. 9. Κατά τη διάρκεια απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων της παραγράφου 1του παρόντος άρθρου δεν επιτρέπεται η πρόσληψη έκτακτων υπαλλήλων. 10. Στις πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικέςοργανώσεις των δημοσίων υπαλλήλων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρουδεν μπορούν να είναι μέλη συνταξιούχοι ή συνδικαλιστικές οργανώσειςσυνταξιούχων.

Άρθρο 30α
"1. Ο νόμος αυτός, όπως ισχύει σήμερα, εκτός από τις διατάξειςτων άρθρων 1 παρ. 3, 7 παρ. 1 και 3, 11 παρ. 1 εδάφ. 2, 12, 14 παρ. 3-10,15, 16 παρ. 5 και 7-9, 17, 18 παρ. 1, 19-22, 23 παρ. 1 και 2, 24, 26, 27και 30, εφαρμόζεται ανάλογα, με τις ειδικές ρυθμίσεις που προβλέπονταιστις επόμενες παραγράφους του άρθρου αυτού και στους εν ενεργείααστυνομικούς υπαλλήλους κάθε βαθμού της Ελληνικής Αστυνομίας. 2. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, όπου στο νόμοαυτόν χρησιμοποιούνται οι όροι "εργοδότης", "επιχείρηση" ή"εκμετάλλευση" νοείται το Δημόσιο και όπου χρησιμοποιείται ο όρος"εργαζόμενοι" νοούνται οι υπάλληλοι της προηγούμενης παραγράφου.Ομοίως, όπου γίνεται λόγος για "Εργατικό Κέντρο", η μνεία δεν αφοράτους υπαλλήλους της προηγούμενης παραγράφου. 3. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα, ηάσκηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των αστυνομικών υπαλλήλων δενεπιτρέπεται να υπερβαίνει τα όρια που προσδιορίζονται από τιςιδιομορφίες, την αποστολή και ιδιαίτερα τον εθνικό, κοινωνικό καιυπερκομματικό χαρακτήρα της Ελληνικής Αστυνομίας. 4. Οι εν ενεργεία αστυνομικοί υπάλληλοι επιτρέπεται να συστήσουν: α. Σε κάθε νομό μία ένωση αστυνομικών υπαλλήλων μέχρι και το βαθμό τουανθυπαστυνόμου και σε κάθε διοικητική περιφέρεια μία ένωση αξιωματικώνως πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Μέλη των οργανώσεων αυτώνμπορούν να είναι μόνο όσοι υπηρετούν στα όρια του νομού ή τηςδιοικητικής περιφέρειας, αντίστοιχα. Οι αξιωματικοί δύνανται, αντί τηςένωσης αξιωματικών, να γίνονται μέλη της ένωσης αστυνομικών υπαλλήλων.Οι ανθυπαστυνόμοι δύνανται αντί της ένωσης αστυνομικών υπαλλήλων ναγίνονται μέλη της ένωσης αξιωματικών. β. Μία ομοσπονδία των πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεωναστυνομικών υπαλλήλων και μία ομοσπονδία των πρωτοβάθμιωνσυνδικαλιστικών οργανώσεων αξιωματικών, ως δευτεροβάθμιεςσυνδικαλιστικές οργανώσεις. γ. Μία τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση (συνομοσπονδία), την οποίααπαρτίζουν οι δύο παραπάνω ομοσπονδίες και στην οποία εκπροσωπούνται μεαριθμό αντιπροσώπων, που καθορίζεται με το καταστατικό της. Η διάταξητου τρίτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 9 του παρόντος νόμου δεν έχειεφαρμογή για την εκπροσώπηση των ανωτέρω ομοσπονδιών στην τριτοβάθμιαοργάνωση. 5. Κάθε αστυνομικός υπάλληλος δικαιούται να είναι μέλος μόνο τηςπρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης του νομού ή της διοικητικήςπεριφέρειας όπου υπηρετεί. Σε περίπτωση μετάθεσής του σε άλλο νομό ή σεάλλη περιφέρεια διαγράφεται υποχρεωτικά από τη συνδικαλιστική οργάνωση,της οποίας ήταν μέλος και δικαιούται να εγγραφεί στη συνδικαλιστικήοργάνωση του νομού ή της διοικητικής περιφέρειας στην οποίαμετατίθεται. 6. Οι εισφορές των μελών παρακρατούνται από τη διαχείριση χρηματικούτης υπηρεσίας από την οποία πληρώνονται και αποδίδονται στιςσυνδικαλιστικές οργανώσεις του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τιςκαταστάσεις μελών που υποβάλλονται από αυτές. 7. Από την παρούσα δύναμη κάθε υπηρεσίας δεν επιτρέπεται νααπουσιάζει, για συμμετοχή σε συνελεύσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεώντους, ποσοστό μεγαλύτερο του 1/3 των αξιωματικών και του 1/4 τωνκατώτερων υπαλλήλων και με την προϋπόθεση ότι το επιτρέπουν οι ανάγκεςτης υπηρεσίας, κατά την αιτιολογημένη κρίση του διοικητή της μονάδας.Αν τα μέλη που επιθυμούν να συμμετάσχουν σε συνέλευση ξεπερνούν ταπαραπάνω ποσοστά, διενεργείται κλήρωση μεταξύ τους με τρόπο πουορίζεται στο καταστατικό της οικείας συνδικαλιστικής οργάνωσης. 8. Στον πρόεδρο και στο γενικό γραμματέα κάθε συνδικαλιστικήςοργάνωσης των αστυνομικών υπαλλήλων παρέχονται, για την εκπλήρωση τωνσυνδικαλιστικών τους υποχρεώσεων, ειδικές άδειες απουσίας έως τέσσερις(4) ημέρες το μήνα κατ' ανώτατο όριο. Στους αντιπροσώπους τηςομοσπονδίας παρέχεται άδεια απουσίας καθόλη τη διάρκεια των συνεδρίωνστα οποία μετέχουν, η οποία όμως δεν δύναται να υπερβαίνει τις τέσσερις(4) ημέρες κατ' έτος. Οι δικαιούμενοι άδειας υποχρεούνται ναενημερώνουν για τη χρήση της το διοικητή της υπηρεσίας τους, πριν δύο(2) τουλάχιστον ημέρες. Τα παραπάνω πρόσωπα δεν μετατίθενται όσοδιαρκεί η θητεία τους έξω από το νομό, στον οποίο υπηρετούν, εκτός αντο ζητήσουν τα ίδια ή κριθεί τούτο αναγκαίο λόγω προαγωγής, άσκησηςπειθαρχικής διώξεως για πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο προβλέπεταιαπό τις οικείες διατάξεις ανώτερη πειθαρχική ποινή ή θέσης τους σεκατάσταση διαθεσιμότητας για λόγους πειθαρχίας. 9. Η εκλογή των οργάνων και αντιπροσώπων των συνδικαλιστικώνοργανώσεων γίνεται από ενιαίο ψηφοδέλτιο, στο οποίο συμπεριλαμβάνονταιόλοι οι υποψήφιοι. Κάθε εκλογέας μπορεί να θέσει αριθμό σταυρών ίσο μετο 1/3 του αριθμού των εδρών του διοικητικού συμβουλίου ή τηςελεγκτικής επιτροπής ή των αντιπροσώπων. Σε περίπτωση κλάσματος, οεπιτρεπόμενος αριθμός σταυρών στρογγυλοποιείται στον αμέσως προηγούμενοακέραιο. Εκλέγονται κατά σειρά οι υποψήφιοι που συγκέντρωσαν τουςπερισσότερους σταυρούς προτίμησης, έως ότου συμπληρωθεί ο αριθμός τωνεδρών του διοικητικού συμβουλίου ή της ελεγκτικής επιτροπής ή τωναντιπροσώπων. 10. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των αστυνομικών υπαλλήλων, καθώς καιτα μέλη τους, δεν επιτρέπεται ιδίως: α. Να συμμετέχουν σε απεργίες, καθώς και σε κάθε είδους εκδηλώσειςπολιτικών ή συνδικαλιστικών φορέων ή πολιτικών προσώπων ή να ασκούνπροπαγάνδα υπέρ ή κατά αυτών. Εξαιρούνται τα συνέδρια και οιπολιτιστικές εκδηλώσεις των συνδικαλιστικών φορέων. β. Να προσχωρούν ή να γίνονται μέλη άλλων επαγγελματικώνσυνδικαλιστικών οργανώσεων, εκτός των Διεθνών ΑστυνομικώνΣυνδικαλιστικών Οργανώσεων, ή να εκπροσωπούν άλλους εργαζόμενους. γ. Να αναμειγνύονται με οποιονδήποτε τρόπο σε θέματα διοίκησης τωνΥπηρεσιών. 11. Οργανώσεις αστυνομικών υπαλλήλων της Ελληνικής Αστυνομίας, πουέχουν ήδη συσταθεί, οφείλουν να προσαρμόσουν τα καταστατικά τους στιςρυθμίσεις των παραπάνω διατάξεων και να ζητήσουν την έγκριση αυτών απότα αρμόδια δικαστήρια μέσα σε δύο (2) μήνες από την έναρξη ισχύος τουνόμου αυτού. Οι οργανώσεις αυτές, καθώς και όσες ιδρυθούν βάσει τουνόμου αυτού, οφείλουν να προκηρύξουν εκλογές για την ανάδειξη τωνοργάνων τους όχι νωρίτερα από τέσσερις (4) μήνες και όχι αργότερα απόέξι (6) μήνες από την έγκριση του καταστατικού τους. Μόνο οι ενώσειςαστυνομικών, που συνιστώνται και λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξειςτου παρόντος άρθρου, εκπροσωπούν τα συμφέροντα των αστυνομικών. 12. Αστυνομικοί, που ως μέλη διοικητικού συμβουλίου αστυνομικώνοργανώσεων, τιμωρήθηκαν πειθαρχικά για παραπτώματα που είχαν άμεσησχέση με τη συνδικαλιστική τους δράση, δικαιούνται, εφόσον είναι στηνενέργεια, να ζητήσουν την επανένταξη των πειθαρχικών τους υποθέσεων,υποβάλλοντας σχετική αίτηση στην Υπηρεσία τους εντός ανατρεπτικήςπροθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος. Οιαιτήσεις εξετάζονται από τα αρμόδια όργανα, τα οποία επέβαλαν τιςπειθαρχικές ποινές".

Άρθρο 31
1. Η εργασιακή σχέση των απασχολούμενων στον Τύπο και η λύση της διέπεται από τις ισχύουσες γενικές διατάξεις του Εργατικού Δικαίου καταργούμενης κάθε αντίθετης ρύθμισης.2. Κάθε διάταξη νόμου που κατοχυρώνει, περιορίζει ή εξαρτά το δικαίωμα της εργασίας στον Τύπο και την παροχή στους εργαζόμενους σε αυτόν παρεπόμενων της εργασίας τους δικαιωμάτων από τη συμμετοχή τους ή μη σε συγκεκριμένη επαγγελματική οργάνωση ή από την υπαγωγή τους στο Ν. 1186/1981 ή σε ορισμένο ασφαλιστικό φορέα, καταργείται.3. Η ικανοποίηση των παρεπόμενων της εργασίας δικαιωμάτων προϋποθέτει του λοιπού μόνο την απόδειξη ύπαρξης σύμβασης εργασίας με τον Τύπο.4.Στο άρθρο 4 του Α.Ν. 99/1967 προστίθεται τέταρτη περίπτωση που έχει ως εξής: «δ) Επί απολύσεων τεχνικών, απασχολούμενων εις τας Ημερησίας Εφημερίδας Αθηνών και Θεσσαλονίκης».5. Η αληθινή έννοια της παρ. 4 του άρθρου 9 του Ν.1186/1981 είναι ότι ο υπολογισμός του χρόνου υπηρεσίας των Τεχνικών Τύπου στους οποίους αναφέρεται η διάταξη γίνεται κατά τις κείμενες νομοθετικές διατάξεις ή Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας εφόσον ειδικά ρυθμίζουν το θέμα.6. Η αποζημίωση που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις για την περίπτωση της οικειοθελούς αποχωρήσεως λόγω συνταξιοδοτήσεως ή της απολύσεως των Τεχνικών Τύπου που συνδέονται με σύμβαση εργασίας στις εφημερίδες Αθηνών και Θεσσαλονίκης των οποίων η στοιχειοθεσία γίνεται εν όλω ή εν μέρει σε λινοτυπικές μηχανές και η εκτύπωση σε κυλινδρικά πιεστήρια, ορίζεται στο ήμισυ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 32
Καταργούνται με την επιφύλαξη της παρ.2 εδ.β του άρθρου 1:1. Ο Ν. 330/1976 «περί επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων και διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας».2. Η παρ. 2 του άρθρου του Α.Ν. 620/1945 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των νόμων 148 του 1945, 274 του 1945 και 581 του ίδιου έτους».3. Ο Α.Ν. 1803/1951 «περί προστασίας των συνδικαλιστικών στελεχών».4. Οι διατάξεις νόμων, βασιλικών διαταγμάτων, αναγκαστικών νόμων και νομοθετικών διαταγμάτων, που είχαν καταργηθεί με το αρθρ. 41 παρ. 1 του Ν. 330/1976 θεωρούνται επίσης καταργημένες.5. Ο Ν. 643/1977 «περί διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας των δημοσίων υπαλλήλων και περί του δικαιώματος της απεργίας αυτών».6. Όσες διατάξεις νόμων, διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων είναι αντίθετες προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή αναφέρονται σε θέματα ρυθμιζόμενα με αυτόν.

Άρθρο 33
Η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην εφημερίδα της Κυβέρνησης. Πραγγέλομεν να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενον του παρόντος και να εκτελεσθεί ως νόμος του Κράτους.

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Η ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΗΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ.ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΤΙΤΛΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΗΣΗΣ.ΕΔΡΑ ΤΗΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΣ.